Δύσκολη απόφαση καλείται να πάρει η κυβέρνηση για τη λύση του προβλήματος με την περικοπή στις συντάξεις χηρείας του ιδιωτικού τομέα, που έχει προέκυψε εδώ και 3,5 χρόνια

Το θέμα αφορά χιλιάδες ασφαλισμένους, κυρίως γυναίκες – χήρες, κι έχει τεράστιες κοινωνικές προεκτάσεις. Στο υπουργείο Εργασίας γνωρίζουν πως πρόκειται για ένα ευαίσθητο θέμα το οποίο πιθανόν να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, όμως η απόφαση για την επίλυσή του μέσα του καλοκαιριού, δεν έχει αλλάξει, εκτός εάν   ο νέος κυβερνητικός σχεδιασμός περιλαμβάνει άλλα νομοσχέδια που πρέπει να προπορευθούν και να ψηφιστούν πριν από το κλείσιμο της Βουλής για το καλοκαίρι.

Σύμφωνα με τον νόμο του 2016 οι συντάξεις χηρείας καταβάλλονται στον επιζώντα σύζυγο για μια τριετία στο 70% της σύνταξης του θανόντος, Με τη λήξη της τριετίας και εφόσον ο δικαιουχος παίρνει δική του σύνταξη ή εργάζεται, η σύνταξη χηρείας  μειώνεται κατά 50% και κατεβαίνει στο 35% της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών. ΟΙ περιορισμοί αυτοί προβλέφθηκαν στον νόμο 4387/2016.

Συζητείται το ενδεχόμενο, η περικοπή να συνδυασθεί με τη δυνατότητα επιλογής, από τον ίδιο τον δικαιούχο, σε πια από τις δύο συντάξεις θα γίνεται. Στην περίπτωση αυτή, είναι ξεκάθαρο ότι θα επιλέγεται η χαμηλότερη σύνταξη, στην οποία θα επιβάλλεται μείωση 50%.

Πρακτικά αν ένας συνταξιούχος έχει 500 ευρώ από τη δική του σύνταξη και 1.000 ευρώ από τη σύναξη χηρείας θα μπορεί να επιλέγει μετά την πρώτη τριετία από την καταβολή της σύνταξης χηρείας, η μείωση κατά 50% να μη γίνει στα 1.000 ευρώ αλλά στα 500 ευρώ.

Με την επιλογή αυτή θα λαμβάνει 1.000 ευρώ από χηρεία και 250 ευρώ από τη δική του σύνταξη, δηλαδή συνολικά 1.250 ευρώ. Με το ισχύον καθεστώς (νόμος 4387/2016) μετά την τριετία κόβεται η σύνταξη χηρείας που σημαίνει ότι τα 1.000 ευρώ γίνονται  500 ευρώ, και ο συνταξιούχος μαζί με τη δική του σύνταξη (500 ευρώ) θα παίρνει συνολικά 1.000 ευρώ. Η διαφορά με την επιλογή του συμφερότερου ποσού είναι πως κερδίζει 250 ευρώ επιπλέον.

Αλλά και στο επίπεδο των αναδρομικών, συζητείται η πιθανότητα μερικής έκπτωσης στο ποσό που θα αναζητηθεί προς επιστροφή, καθώς και πολλές δόσεις προκειμένου να μην επιβαρυνθούν ιδιαίτερα οι συνταξιούχοι χηρείας.

Στο νομοσχέδιο πάντως, του υπουργείου Εργασίας θα υπάρχουν και άλλες διατάξεις, όπως αλλαγές στην κλίμακα βάσει της οποίας γίνεται η παρακράτηση της ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων, ώστε να είναι δικαιότερη, παρεμβάσεις στο εργόσημο προκειμένου να περιοριστεί η κατάχρηση του μέτρου και να γίνει πιο εύχρηστο για εκείνους που πραγματικά το χρησιμοποιούν λόγω της φύσης της απασχόλησής τους, αλλά και αλλαγές στο αποθεματικό του ΤΕΚΑ, ώστε το νέο επικουρικό να ξεκινήσει την αυτόνομη επενδυτική του δραστηριότητα.

Στην περίπτωση που μετά την τριετία ο συνταξιούχος εργάζεται, να επιτραπεί η συνέχιση της απασχόλησης με το ίδιο καθεστώς που ισχύει για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος και αναπηρίας που συνεχίσουν να απασχολούνται μετά τη συνταξιοδότηση. Αυτό που μελετά το υπουργείο είναι να επιτρέπεται στις χήρες  ή στους χήρους να απασχολούνται χωρίς ποινή στη σύνταξη.  

Το ΕΝΔΙΣΥ ζητά να μην εφαρμοστεί η νομοθεσία που περικόπτει στο μισό τις συντάξεις χηρείας εξ ιδίου δικαιώματος και για δικαιούχους που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα. Σημειώνοντας οτι έως τώρα η διάταξη έχει εφαρμοστεί μόνο για δικαιούχους που προέρχονται από το δημόσιο τομέα και τον ΟΓΑ.

Το Δίκτυο ζητάει από την Κυβέρνηση και το υπουργείο Εργασίας να νομοθετήσουν σχετικά, ώστε να παραμείνει η καταβολή των συντάξεων χηρείας στο 70% των αρχικών ποσών, εφ’ όρου ζωής του κάθε δικαιούχου, όπως είχαμε ζητήσει εξ αρχής με την ψήφιση του νόμου.

 Έως τώρα, το μέτρο εφαρμόζεται βάσει νομοθεσίας, μόνο για την πρώτη τριετία καταβολής της εν λόγω παροχής. Εν συνεχεία, επιβάλλεται περικοπή στο ήμισυ του αρχικού καταβληθέντος ποσού. Πρόκειται για ένα άδικο μέτρο που κακώς εφαρμόστηκε σε χιλιάδες συνταξιούχους στο δημόσιο και στον ΟΓΑ. Στους δικαιούχους αυτούς η Κυβέρνηση οφείλει να επιστρέψει τα χρήματα πίσω και το μέτρο δεν πρέπει να το επεκτείνει και στον ιδιωτικό τομέα.

Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις