Βρέθηκε μουμιοποιημένο γατάκι 35.000 ετών από την Εποχή των Παγετώνων
Μαζί με τη μερική μούμια, βρέθηκαν επίσης αρθρούμενα οστά της λεκάνης και των πίσω άκρων.
NEWSROOM
Ένα μοναδικό εύρημα από την Εποχή των Παγετώνων ήρθε πρόσφατα στο φως στη Σιβηρία, προκαλώντας ενθουσιασμό στους παλαιοντολόγους. Ένα μουμιοποιημένο γατάκι σμιλόδοντα, διατηρημένο, καταγράφηκε ως η πρώτη γνωστή μούμια του συγκεκριμένου είδους.
Το σκούρο καφέ τρίχωμα, με μήκος που κυμαίνεται από 20 έως 30 χιλιοστά, παραμένει πυκνό, μαλακό και εντυπωσιακά καλά διατηρημένο. Το πρόσωπο, τα μπροστινά άκρα και ο κορμός του ζώου διατηρούν τη φυσική τους μορφή, προσφέροντας στους επιστήμονες πολύτιμες πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά και την ανατομία του εξαφανισμένου θηρευτή.
Ο Αλεξέι Β. Λοπάτιν, διευθυντής του Παλαιοντολογικού Ινστιτούτου Borissiak της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, δήλωσε ότι το εύρημα είναι μοναδικό, με το πυκνό τρίχωμα να ξεχωρίζει για την απαλότητά του ακόμα και χιλιάδες χρόνια μετά τον θάνατο του ζώου. Ο ίδιος τόνισε πως τέτοια ευρήματα παρέχουν ανεκτίμητες πληροφορίες για το περιβάλλον και την προσαρμοστικότητα των ειδών της εποχής.
«Είναι φανταστικό συναίσθημα να βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια πώς ήταν όταν ζούσε ένα ζώο που έχει εξαφανιστεί εδώ και πολύ καιρό – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα τόσο ενδιαφέρον αρπακτικό όπως ο σμιλόδοντας», σχολιάζει.
Αυτά τα εξαφανισμένα σαρκοφάγα, τα οποία είναι μακρινοί συγγενείς των σύγχρονων μεγάλων αιλουροειδών όπως οι τίγρεις και τα λιοντάρια, είναι γνωστά για τους μακριούς κυνόδοντές τους, οι οποίοι μπορούσαν να έχουν μήκος έως και 20 εκατοστά.
Η μούμια είναι η πρώτη ένδειξη παρουσίας στην περιοχή του είδους σμιλόδοντα Homotherium latidens, αν και απολιθωμένα οστά έχουν βρεθεί στην Ολλανδία και στον Καναδά. Πριν από αυτή την ανακάλυψη, υπήρχαν μόλις δύο γνωστές μούμιες αιλουροειδούς, μωρά του λιονταριού των σπηλαίων Panthera spelaea από τη λεκάνη του ποταμού Ουγιαντίνα της Γιακουτίας στη Σιβηρία.
Η εξαγωγή DNA από τη μούμια θα είναι ένα σημαντικό επόμενο βήμα για την κατανόηση αυτού του είδους, όπως και η λεπτομερέστερη εξέταση του σκελετού, των μυών και των μαλλιών της μούμιας, σημειώνει ο Λοπάτιν.
Μαζί με τη μερική μούμια, βρέθηκαν επίσης αρθρούμενα οστά της λεκάνης και των πίσω άκρων. Συγκρίνοντάς την με την ανατομία των μωρών λιονταριών και αναλύοντας την ανάπτυξη των κοπτήρων, οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι το μικρό ήταν περίπου 3 εβδομάδων όταν πέθανε.
Η μούμια έδειξε επίσης ότι οι μικροί σμιλόδοντες ήταν πολύ διαφορετικοί από τα λιονταράκια παρόμοιας ηλικίας, σύμφωνα με τον Λοπάτιν. Το τρίχωμά του είναι πιο σκούρο και τα αυτιά του μικρότερα, ενώ έχει μακρύτερα μπροστινά άκρα, μεγαλύτερο άνοιγμα στόματος και πιο ογκώδη λαιμό. Το ύψος του άνω χείλους του είναι υπερδιπλάσιο από εκείνο ενός σύγχρονου λιονταριού, πιθανότατα έτσι ώστε να μπορούσε να καλύψει τους μακριούς άνω κυνόδοντες όταν αυτοί μεγάλωναν. Η πατούσα του είναι επίσης πιο κυκλική από εκείνη ενός μικρού λιονταριού, μοιάζοντας περισσότερο με εκείνη μιας αρκούδας.