Μια νέα έρευνα στον τομέα της παραγωγής ενέργειας από τσιμέντο φέρνει νέα δεδομένα στο παγκόσμιο ενεργειακό τοπίο, αναδεικνύοντας όμως και ζητήματα ασφάλειας.

Σύμφωνα με αναφορές από το BBC που εδημοσιεύτηκαν από την ΕΡΤ, ερευνητές στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT) ανέπτυξαν έναν νέο τύπο σκυροδέματος που μπορεί να μετατρέψει τα σπίτια και τους δρόμους σε γιγάντιες μπαταρίες, επιταχύνοντας τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η ομάδα συνδύασε την αιθάλη με ένα μείγμα νερού και τσιμέντου για να δημιουργήσει ένα δομικό υλικό που μπορεί επίσης να λειτουργήσει ως υπερπυκνωτής ενέργειας.

Οι υπερπυκνωτές είναι αποδοτικοί στην αποθήκευση ενέργειας, αλλά διαφέρουν από τις συμβατικές μπαταρίες. Φορτίζονται και αποφορτίζονται πολύ πιο γρήγορα από μια μπαταρία ιόντων λιθίου και μπορούν να αντέξουν πολύ περισσότερους κύκλους φόρτισης και εκφόρτισης χωρίς σημαντική υποβάθμιση. Ωστόσο, απελευθερώνουν γρήγορα την ενέργεια που αποθηκεύουν, καθιστώντας τους λιγότερο χρήσιμους για συσκευές όπως κινητά τηλέφωνα, φορητοί υπολογιστές ή ηλεκτρικά αυτοκίνητα, όπου απαιτείται σταθερή παροχή ενέργειας για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ο Δρ. Ντέιμιαν Στεφανιούκ, επικεφαλής του έργου, επισημαίνει ότι οι υπερπυκνωτές τσιμέντου άνθρακα μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην προσπάθεια για απεξάρτηση από τον άνθρακα, προσθέτοντας ότι «εάν κλιμακωθεί, η τεχνολογία μας μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση ενός σημαντικού ζητήματος – της αποθήκευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας».

Το νέο τσιμέντο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή δρόμων και κτιρίων που θα λειτουργούν ως συσσωρευτές ηλεκτρικής ενέργειας, εκμεταλλευόμενα την ενέργεια που παράγεται από φωτοβολταϊκά πάνελ. Τη νύχτα, η ενέργεια αυτή θα αποθηκεύεται στα θεμέλια των κτιρίων.

Παράλληλα, η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει να αναπτύξει μεγαλύτερες εκδόσεις του υπερπυκνωτή, συμπεριλαμβανομένης μιας έκδοσης 45 κυβικών μέτρων που θα μπορεί να αποθηκεύσει περίπου 10 kWh ενέργειας, αρκετή για την τροφοδοσία ενός σπιτιού για μία ημέρα.

Οι υπερπυκνωτές τσιμέντου άνθρακα ενδέχεται να επιφέρουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις λόγω της παραγωγής τσιμέντου, η οποία συμβάλλει στο ποσοστό 5-8% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως.

Ο Δρ. Μάικλ Σορτ, ειδικός στη βιώσιμη μηχανική στο Πανεπιστήμιο Teesside στο Ηνωμένο Βασίλειο, τονίζει ότι η έρευνα αυτή δημιουργεί πολλές ενδιαφέρουσες προοπτικές. Ωστόσο, επισημαίνει ότι απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που ανακύπτουν κατά την κλιμάκωση αυτής της τεχνολογίας και να μειωθεί το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα.

Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις