Το ΠΑΣΟΚ κατέθεσε πρόταση 60 σελίδων για τη σύσταση προκαταρκτικής επιτροπής, με κατηγορία κακουργήματος για διατάραξη της ασφάλειας των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών.
Η πρόταση επιρρίπτει ευθύνες για την τραγωδία των Τεμπών σε σειρά πολιτικών προσώπων, μεταξύ αυτών ο πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Αχιλλέας Καραμανλής, οι υφυπουργοί του Μιχάλης Παπαδόπουλος, Γιώργος Καραγιάννης και Γιάννης Κεφαλογιάννης, καθώς και ο πρώην υπουργός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, Χρήστος Σπίρτζης μαζί με τους υφυπουργούς που υπηρετούσαν κατά τη θητεία του, Νίκο Μαυραγάνη, Θάνο Μωραΐτη και τη Μαρίνα Χρυσοβελώνη.
Η πρόταση για κακούργημα
Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ αφορά τα κακουργήματα της διατάραξης συγκοινωνιών και την πρόκληση κινδύνου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε αυτήν:
«Για την αντικειμενική στοιχειοθέτηση του αδικήματος απαιτείται η πρόκληση του κινδύνου, όχι όμως και η πραγμάτωσή του, ούτε και η πρόκληση σύγκρουσης – δυστυχήματος διότι άλλως θα στοιχειοθετούνταν όχι έγκλημα διακινδύνευσης, όπως εν προκειμένω, αλλά έγκλημα βλάβης, πράγμα που δεν αποτελεί σκοπό του νομοθέτη και δεν προκύπτει από την γραμματική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 291 ΠΚ. Έγκλημα εκ του αποτελέσματος διακρινόμενο είναι το κακούργημα, υπό την διακεκριμένη μορφή του που απαιτεί να επήλθε θάνατος άλλου και απειλεί ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών ή ισόβια κάθειρξη (291 παρ. 1 στοιχείο ε’ υποπ. δδ’ ΠΚ). Τέλος, για την υποκειμενική στοιχειοθέτηση του αδικήματος της πρώτης παρ. απαιτείται δόλος (αρκεί και ενδεχόμενος), που ενέχει την γνώση και θέληση ή αποδοχή διατάραξης της ασφάλειας της συγκοινωνίας, ενώ, όσον αφορά το εκ του αποτελέσματος έγκλημα με θανατηφόρο αποτέλεσμα, αρκεί η αμέλεια ως προς το βαρύτερο αυτό αποτέλεσμα (Εφ.Αιγαίου 50/2019, ΠλημμΡόδου 48/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Το έγκλημα μπορεί να τελεστεί τόσο δια θετικής ενέργειας, όσο και δια παραλείψεως, εφόσον, όπως εν προκειμένω, συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 15 ΠΚ, ήτοι στις περιπτώσεις που ο υπαίτιος, αν και έχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα, που εν προκειμένω είναι η διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών και ο εξ αυτής κίνδυνος για ξένα πράγματα ή/και το επιβατικό κοινό (όχι η ίδια η επέλευση βλάβης) είτε η σωματική βλάβη ανθρώπου ή/και ο θάνατος, είτε η βλάβη σε κοινωφελείς εγκαταστάσεις (ως αποτέλεσμα της διατάραξης), τα οποία αρκεί να οφείλονται και σε αμέλειά του δράστη, καθώς το άρθρο 291 ΠΚ στοιχειοθετεί γνήσιο εκ του αποτελέσματος διακρινόμενο έγκλημα, δεν το πράττει.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ανωτέρω ειδικότερα παρατεθέντα πραγματικά περιστατικά, προκύπτουν (τουλάχιστον) σοβαρές ενδείξεις, ότι τα ανωτέρω πρόσωπα, κατά περίπτωση και ανάλογα με τις ως άνω αρμοδιότητές τους στους ανωτέρω παρατιθέμενους χρόνους, αν και ήταν νόμιμα επιφορτισμένα με το καθήκον εποπτείας και υλοποίησης της ασφάλειας της αναφερόμενης συγκοινωνίας (από το θεσμικό πλαίσιο), δεν έπραξαν αυτό (την εποπτεία και υλοποίηση της ασφάλειας) και συγκεκριμένα παραβίασαν ουσιώδη μέτρα ασφαλείας και παρέλειψαν να ενεργήσουν ουσιώδεις ενέργειες για την αποκατάσταση της επισφαλούς λειτουργίας της κυκλοφορίας (παρότι είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς αυτό), αποδεχόμενοι το γεγονός ότι από τη μη ασφαλή λειτουργία της κυκλοφορίας, σύμφωνα με όσα περιγράφηκαν παραπάνω, μπορεί να επερχόταν κάθε είδους κίνδυνος ή/και βλάβη στο επιβατικό κοινό και σε ξένα πράγματα, ώστε με τις ως άνω παραβιάσεις και παραλείψεις τους διατάραξαν πράγματι την ασφάλεια της συγκοινωνίας, από την οποία διατάραξη όχι μόνο δημιουργήθηκε κίνδυνος για ξένα κοινά πράγματα και για άνθρωπο, αλλά τελικά πραγματώθηκε, με την αιτιώδη πρόκληση (ως μόνη ενεργός αιτία) του αποτελέσματος του θανάτου 57 ανθρώπων.»
Τι αναφέρει η πρόταση για τον Κώστα Καραμανλή
«Ως προς τον πρώην Υπουργό Κωνσταντίνο Αχ. Καραμανλή, ασκούσε είτε αποκλειστικά, είτε παράλληλα, είτε σε ορισμένες περιπτώσεις από κοινού με τους κατωτέρω αναφερόμενους Υφυπουργούς όλες τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών, μέσω των αρμόδιων Υπηρεσιών του, μεταξύ των οποίων και την διοικητική, οικονομική, τεχνική, λειτουργική, επιχειρησιακή εποπτεία όλων των φορέων που υπάγονται στο Υπουργείο, μεταξύ των οποίων και του ΟΣΕ, της ΕΡΓΟΣΕ και της ΤΡΕΝΟΣΕ.
Με την ιδιότητά του αυτή, σε συνέχεια των όσων έχουν ήδη εκτεθεί, προδήλως γνώριζε την πραγματική κατάσταση που επικρατούσε στο σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας και τους κινδύνους που αυτή έθετε για την ασφάλεια των επιβατών, καθώς μάλιστα μεταξύ άλλων που είχαν υπηρεσιακώς περιέλθει σε γνώση του είχε τουλάχιστον γίνει αποδέκτης, τόσο του συνόλου των προαναφερθέντων (στην παρ. Γ2) εγγράφων αλλά και όσων περαιτέρω προειδοποιήσεων προκύψουν κατά την διερεύνηση της παρούσας, όπως επίσης προδήλως γνώριζε την μη πλήρη και ασφαλή λειτουργία των ανωτέρω (υπό παρ. Γ1) συστημάτων και δικλείδων ασφαλείας, αλλά και τις καθυστερήσεις στην εκτέλεση της ζωτικής για την ασφάλεια σύμβασης 717/2014, είχε δε την αρμοδιότητα και υποχρέωση να λάβει αμελλητί κάθε πρόσφορο και επιβεβλημένο μέτρο ώστε να μην συνεχίσει η ανασφαλής και επικίνδυνη για το κοινό λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου, να διασφαλίσει τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια των συγκοινωνιών, να εποπτεύει την ασφαλή λειτουργία του σιδηρόδρομου και του έργου του ΟΣΕ, καθώς και τα έργα εγκατάστασης και συντήρησης των συστημάτων ασφαλείας στο σιδηροδρομικό δίκτυο, αλλά και τα έργα υποδομών, μεταξύ των οποίων των συμβάσεων που ήδη αναφέρθηκαν. Ήταν επίσης αρμόδιος για την επίλυση των προβλημάτων υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης του σιδηρόδρομου κατά χρόνο που ο ΟΣΕ του ήταν γνωστό ότι λειτουργούσε με λιγότερο από το ήμισυ του ελάχιστα απαιτούμενου προσωπικού και με τεράστια ελλείμματα που δεν του επέτρεπαν να προβαίνει στην προσήκουσα συντήρηση του δικτύου».
Τι αναφέρουν για την πολιτική ηγεσία του Μεταφορών επί ΣΥΡΙΖΑ
Στην πρότασή του το ΠΑΣΟΚ αναγνωρίζει ότι τα όποια αδικήματα αφορούν την περίοδο της υπουργίας Σπίρτζη έχουν παραγραφεί, ωστόσο σημειώνει ότι αυτό θα πρέπει να διαπιστωθεί από την προανακριτική. Παράλληλα, σημειώνουν ότι με την διαδικασία αυτή θα μπορέσουν τα στελέχη αυτά να ζητήσουν δικαστική διερεύνηση των πεπραγμένων τους, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 86 του συντάγματος για την ευθύνη των υπουργών.
Δείτε αναλυτικά την πρόταση
Η ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ
Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ κατέθεσε αίτημα σύστασης Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά του πρώην υπουργού Υποδομών και Μεταφορών Κ. Καραμανλή, των πρώην υφυπουργών Ι. Κεφαλογιάννη, Γ. Καραγιάννη, Μ. Παπαδόπουλου, του πρώην Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών Χ. Σπίρτζη και των πρώην υφυπουργών Μ. Χρυσοβελώνη, Ν. Μαυραγάνη και Αθ. Μωραΐτη για τη διερεύνηση ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών τους σχετικά με το κακούργημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών (αρ. 291 ΠΚ).
Από τη μελέτη της δικογραφίας συνάγεται ότι τόσο οι υπηρεσιακοί παράγοντες όσο και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων είχαν κατ’ επανάληψη προειδοποιήσει – όχι μόνο προφορικά αλλά και εγγράφως – την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου ότι η κατάσταση του σιδηροδρόμου είναι τραγική, ότι υπάρχει μεγάλη έλλειψη προσωπικού και χρηματοδότησης, ότι δεν ανατάσσονται οι ζημιές εγκαίρως και πλήρως, ότι δεν έχουν εκτελεστεί τα απαραίτητα έργα για την ασφάλεια και ότι η κατάσταση αυτή εγκυμονεί κινδύνους σοβαρού ατυχήματος. Επιπλέον, ήταν επίσης γνωστή υπηρεσιακά στην πολιτική ηγεσία η καθυστέρηση υλοποίησης της 717 και των λοιπών έργων, όπως της αποκατάστασης της τηλεδιοίκησης στην επίμαχη περιοχή, της σηματοδότησης και της εγκατάστασης του δικτύου GSM-R. Επίσης, τα χρόνια που προηγήθηκαν της τραγωδίας η συχνότητα των ατυχημάτων, εκτροχιασμών κλπ. είχε αυξηθεί επικίνδυνα και είχαν καταστεί πλέον τα διάφορα συμβάντα στοιχείο της καθημερινότητας.
Προκύπτουν, συνεπώς, σοβαρές ενδείξεις ότι ο Υπουργός και οι Υφυπουργοί Μεταφορών και Υποδομών, έχοντας σχετικές συναρμοδιότητες βάσει των δημοσιευμένων στο ΦΕΚ αποφάσεων ανάθεσης αρμοδιοτήτων, αν και ήταν νόμιμα επιφορτισμένοι με το καθήκον εποπτείας και υλοποίησης της ασφάλειας της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας, με πράξεις και παραλείψεις τους παραβίασαν ουσιώδη μέτρα ασφαλείας και παρέλειψαν να ενεργήσουν καθοριστικά για την ασφαλή λειτουργία της κυκλοφορίας παρότι είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς αυτό.
Αυτό δηλαδή που τους αποδίδεται είναι ότι επέτρεψαν, εν γνώσει τους και έχοντας προειδοποιηθεί επανειλημμένα για τον κίνδυνο, τη συνέχιση λειτουργίας μίας αναντίλεκτα ανασφαλούς σιδηροδρομικής σύνδεσης στο τμήμα Λάρισας – Νέων Πόρων και ότι από τον κίνδυνο αυτό εντέλει προέκυψε η τραγωδία των Τεμπών.
Όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της πρότασης του ΠΑΣΟΚ, «παρόλο που τελούσαν σε πλήρη γνώση, ενόψει της ιδιότητάς τους και των προεκτεθέντων στις οικείες θέσεις εγγράφων, του κινδύνου από την έλλειψη των ως δικλίδων ασφαλείας, όπως και των προπεριγραφόμενων ελλείψεων – παραλείψεων στην ασφάλεια της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας,(…) δεν μερίμνησαν για την πλήρη λειτουργία των ουσιωδών και κρίσιμων συστημάτων ασφαλείας, επικοινωνίας και διαχείρισης της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας επί του δικτύου του ΟΣΕ. Ομοίως δεν μερίμνησαν ώστε ο ΟΣΕ να προβαίνει σε έγκαιρο έλεγχο, επίβλεψη, συντήρηση, ανάταξη και αποκατάσταση βλαβών, προκειμένου να επιτυγχάνεται ασφαλής σιδηροδρομική κυκλοφορία επί του σιδηροδρομικού δικτύου».
Κατά τον κρίσιμο χρόνο (28-2-2023) και τόπο (επίδικο τμήμα Λάρισας – Ν. Πόρων), δεν τελούσε σε λειτουργία κανένα από τα ουσιώδη συστήματα ασφάλειας της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, ούτε είχαν ληφθεί προληπτικά μέτρα ασφαλείας της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας (2ος σταθμάρχης νυκτερινής βάρδιας, μείωση ταχύτητα αμαξοστοιχιών, θέσπιση νέου εθνικού κανόνα με το ανωτέρω περιεχόμενο), που θα απέτρεπαν τη σύγκρουση των αμαξοστοιχιών είτε συνδυαστικά είτε μεμονωμένα, είτε
α) μέσω της λειτουργίας της τηλεδιοίκησης του ΚΕΚ Λάρισας και της αμφίδρομης φωτοσήμανσης – σηματοδότησης της γραμμής
β) του συστήματος GSM-R
γ) μέσω της παρουσίας δεύτερου (2ου) σταθμάρχη στη βραδινή βάρδια του Σ. Σ. Λάρισας αντί ενός (1) μόνο, ο οποίος (2ος σταθμάρχης), όντας παρών στο σταθμαρχείο του σταθμού θα εντόπιζε έγκαιρα την ενέργεια του σταθμάρχη να θέσει αντίρροπα επί της γραμμής καθόδου την επιβατική αμαξοστοιχία κατά την έξοδό της από το Σ.Σ. Λάρισας και θα επενέβαινε προκειμένου αυτή να άμεσα ακινητοποιηθεί και να εισέλθει κανονικά στη γραμμή ανόδου
δ) μέσω της μειωμένης ταχύτητας που θα είχε οριστεί για την κίνηση των αμαξοστοιχιών με σχετική εγκύκλιο βραδυπορίας από τη Διεύθυνση Κυκλοφορίας του ΟΣΕ ΑΕ (άρθρα 76 – 77 ΓΚΚ) ενόψει της επικινδυνότητας της κίνησης συνεπεία των ως άνω ελλείψεων
ε) και με τη θέσπιση αναγκαίου Νέου Εθνικού Κανόνα, έστω ως προσωρινού προληπτικού μέτρου, λόγω του κατεπείγοντος, που θα λάμβανε υπόψη όλα τα παραπάνω δεδομένα και η εφαρμογή του θα διαμόρφωνε ασφαλείς συνθήκες σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, μεταξύ άλλων και στο επίδικο τμήμα (Λάρισα – Ν. Πόροι), όπου επισυνέβη το εν λόγω σιδηροδρομικό δυστύχημα.
Επιπλέον, στο αίτημα αναφέρεται ότι τα εν λόγω πολιτικά πρόσωπα τέλεσαν την κακουργηματική αυτή πράξη με ενδεχόμενο δόλο, καθώς «αντιλαμβάνονταν πλήρως και γνώριζαν τις διαταραχές στη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου και την επικινδυνότητα της αξιόποινης συμπεριφοράς τους, ήτοι της παράλειψής τους να αποτρέψουν την διατάραξη και τον εξ αυτής κίνδυνο αν και υποχρεούνταν προς τούτο, και, παρά τούτο, αδιαφόρησαν και επέμειναν στην τέλεση της πράξεως τους, ιδίως με τη μη έγκαιρη επέμβασή τους προς επίλυση των ως άνω προβλημάτων (αν και όφειλαν και μπορούσαν να το έχουν πράξει αυτό), αποδεχόμενοι προδήλως άπαντες τους κινδύνους από την ανασφαλή λειτουργία του δικτύου (ιδίως για άνθρωπο) και επιδεικνύοντας αμέλεια ως προς το τελικά επελθόν αποτέλεσμα των 57 ανθρωποκτονιών και πολλών σωματικών βλαβών (καθώς αν είχαν ενδεχόμενο δόλο ως προς αυτές θα στοιχειοθετούνταν πλέον όχι το προτεινόμενο έγκλημα διακινδύνευσης αλλά έγκλημα βλάβης, όπως της ανθρωποκτονίας από πρόθεση κ.ο.κ., περίπτωση που δεν συνιστά πρότασή μας και που δεν στηρίζεται κατά την κρίση μας στα μέχρι σήμερα τεθέντα υπόψη μας στοιχεία της δικογραφίας)».
Για την περίπτωση του Χρήστου Σπίρτζη και πρώην υφυπουργών του, σημειώνεται ότι η τραγική κατάσταση του σιδηροδρόμου, οι μεγάλες καθυστερήσεις στην εκτέλεση της σύμβασης 717 (η 1η παράταση δόθηκε στις 7/6/2016) και οι διάφορες προειδοποιήσεις, καθώς και η κατάργηση της δεύτερης θέσης σταθμάρχη κλπ. ξεκινούν ήδη από τη θητεία τους. Επί της αποσβεστικής προθεσμίας αναφέρεται ότι αρμόδιοι να αποφανθούν είναι η Βουλή και το Δικαστικό Συμβούλιο, ενώ επιπρόσθετα η παρ.5 του άρθρου 86 Σ. δίνει τη δυνατότητα στο ίδιο το μέλος της κυβέρνησης με αίτησή του να ζητήσει τον έλεγχο της κατηγορίας από ειδική επιτροπή που μπορεί να συστήσει η Βουλή, διάταξη που δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί καν διαδικαστικά, αν δεν εισαχθεί πρώτα προς συζήτηση πρόταση 30 τουλάχιστον βουλευτών για τη σύσταση επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης.
Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις