Το καλοκαίρι βρίσκεται προ των πυλών και οι εργαζόμενοι έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν  σχέδια  για την καλοκαιρινή άδεια τους.

Η καλοκαιρινή άδεια του εργαζομένου δίδεται πάντα σε συνεννόηση με τον εργοδότη ο οποίος θα πρέπει να την χορηγήσει εντός διμήνου από την στιγμή υποβολής του σχετικού αιτήματος από τον εργαζόμενο

Οι εργοδότες οι οποίοι απασχολούν εργαζόμενους, που προστατεύουν παιδιά έως 16 ετών υποχρεούνται κατά τον προγραμματισμό του χρόνου χορήγησης των ετήσιων αδειών απουσίας του προσωπικού τους να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων αυτών.

Οι μισοί τουλάχιστον εργαζόμενοι μιας επιχείρησης πρέπει να πάρουν την άδεια μέσα στο χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου.

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς της ετήσιας κανονικής άδειας μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους. Σε περίπτωση που παρέλθει και το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους, η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική. Επομένως, η ετήσια άδεια για το έτος 2022 πρέπει να χορηγηθεί το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου 2023.

Η χορήγηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων υπολογίζεται με βάση το ημερολογιακό έτος.

Ο εργαζόμενος δικαιούται αναλογία χρόνου ετήσιας άδειας από την έναρξη της απασχόλησής του σύμφωνα με το εβδομαδιαίο σύστημα εργασίας του (πενθήμερο ή εξαήμερο), χωρίς να απαιτείται να συμπληρώσει συγκεκριμένο διάστημα προϋπηρεσίας στον εργοδότη του.

Καλοκαιρινή άδεια: Πώς θα υπολογίσετε τις ημέρες που δικαιούστε – Πότε καταβάλλεται το επίδομα - ΤΟ ΒΗΜΑ

Συγκεκριμένα, κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος που προσελήφθη ο εργαζόμενος, ο εργοδότης υποχρεούται να του χορηγήσει το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου του επόμενου έτους, αναλογία των ημερών αδείας που δικαιούται από την πρόσληψή του μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους, σύμφωνα με τους μήνες απασχόλησής του.

Κάθε εργαζόμενος με σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, δικαιούται από την έναρξη της εργασίας του μέχρι τη συμπλήρωση δωδεκαμήνου να λάβει το ποσοστό της αδείας του. Η αναλογία αυτή υπολογίζεται στη βάση των 20 εργασίμων ημερών ετήσιας άδειας για όσους εργάζονται πενθήμερο και των 24 εργασίμων ημερών για όσους εργάζονται εξαήμερο.

Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, αφού ο εργαζόμενος συμπληρώσει δωδεκάμηνη εργασία, δικαιούται άδεια 21 ημερών (πενθήμερη εργασία) και 25 ημερών (εξαήμερη εργασία).

Η άδεια σε περίπτωση ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης μπορεί να δοθεί σε δύο περιόδους. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι (6) εργασίμων ημερών σε εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και των πέντε (5) εργασίμων ημερών σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία ή των δώδεκα (12) εργασίμων ημερών, εφόσον αφορά ανηλίκους που εργάζονται νόμιμα.

Το επίδομα αδείας κατοχυρώθηκε περαιτέρω με το άρθρο 2 της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ του 2010, το οποίο αναφέρει τα εξής:

  • Ο μισθωτός που θεμελιώνει δικαίωμα κανονικής άδειας αναψυχής, αυτούσιας ή σε χρήμα δικαιούται να λάβει και το επίδομα άδειας, το οποίο αποτελεί τακτικές αποδοχές του, υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο που υπολογίζονται και οι αποδοχές άδειας και υπόκειται στους ίδιους κανόνες με αυτές.
  • Το επίδομα άδειας ισούται με το σύνολο των πράγματι καταβαλλόμενων τακτικών συνήθων αποδοχών της άδειας, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές 15 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με μηνιαίο μισθό και 13 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστά ή και με άλλο τρόπο.
  • Το αντίστοιχο επίδομα άδειας προκαταβάλλεται κατά τη λήψη της άδειας αναψυχής ή τμήματος αυτής μαζί με τις αποδοχές αδείας. Γενικές ή ειδικές διατάξεις νόμων, διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαιτητικών αποφάσεων, κανονισμών εργασίας και λοιπών κανονιστικών πράξεων, που καθορίζουν ευνοϊκότερους τρόπους υπολογισμού, καταβολής και γενικά παροχής του επιδόματος άδειας υπερισχύουν και διατηρούνται σε ισχύ.
  • Το άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 1997 για τη χορήγηση του επιδόματος άδειας σε περίπτωση πρόωρης λύσης της σχέσης εργασίας εξακολουθεί να ισχύει , διαγραφομένων των λέξεων «πριν ο μισθωτός συμπληρώσει παρά τω αυτώ εργοδότη δωδεκάμηνον συνεχή απασχόλησιν», λόγω της μεταγενέστερης τροποποίησης των προϋποθέσεων για τη λήψη άδειας».
  • Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν χορηγεί την άδεια που αιτήθηκε ο εργαζόμενος έως το τέλος Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, οφείλει να καταβάλει τις αποδοχές του οφειλόμενου χρόνου αδείας με προσαύξηση 100%, συν το επίδομα αδείας. 

    Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις