Στη ρύθμιση χρεών σε 24 ή 48 δόσεων αλλά και στον τρόπο που θα διατίθενται τα υπερπλεονάσματα για να ελαφρύνουν την μεσαία τάξη αναφέρθηκε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στ. Πέτσας σε συνέντευξή του στο ΣΚΑΙ. Παράλληλα έκανε λόγο και για την διαφύλαξη των συνόρων και τα σχέδια της κυβέρνησης για την ανάπτυξη πλωτού φράγματος, τονίζοντας ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να θρέψει όλους τους παράτυπους οικονομικούς μετανάστες που θέλουν να έρθουν σε αυτή.

Αναφερθείς στις διαφωνίες του ΣΥΡΙΖΑ για την πιλοτική εφαρμογή των φραγμάτων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε πρόσκληση σε όλους τους ανθρώπους ανά τη γη να έρθουν στην Ελλάδα. Η Ελλάδα πάντα θα προσφέρει καταφύγιο στους κατατρεγμένους πρόσφυγες αλλά δεν μπορεί να θρέψει όλους τους παράτυπους οικονομικούς μετανάστες οι οποίοι θέλουν να έρθουν στη χώρα μας. Επομένως έχουμε ως πρώτο βασικό άξονα της πολιτικής μας τη φύλαξη των συνόρων μας».

Στο πλαίσιο της φύλαξης αυτής, όπως εξήγησε ο κ. Πέτσας, «εντάσσεται και η πιλοτική εφαρμογή αυτού του σχεδίου να αναπτύξουμε σε κάποιο σημείο πλωτά φράγματα προκειμένου να ελέγξουμε καλύτερα τα σύνορά μας. Αυτό συνδυάζεται με την προμήθεια των δέκα σκαφών που είναι ταχύπλοα και ικανά να επιχειρούν με ευέλικτο τρόπο στην περιοχή, μια χορηγία της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, με το Ολοκληρωμένο Σύστημα Θαλάσσιας Επιτήρησης με τις θερμικές κάμερες και όλα τα υπόλοιπα που περιλαμβάνει όπως και με την ενίσχυση του προσωπικού στο Λιμενικό και στις ακριτικές περιοχές προκειμένου πράγματι να φυλάξουμε τα σύνορά μας. Τα οποία είναι και σύνορα της Ευρώπης και δεν μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί κάποιος μπορεί να έχει επί της αρχής αντίρρηση γι αυτό».

Τόνισε δε ότι εξετάζεται πιλοτικά το σχέδιο του πλωτού φράγματος σε τρεις άξονες: να είναι ασφαλές για τη ναυσιπλοΐα, ασφαλές για την αλιεία και να είναι δυνατόν ο έλεγχος να γίνεται με ασφάλεια. «Να σταματάμε κάποιον και να μην κινδυνεύει», είπε χαρακτηριστικά.

Ερωτηθείς για τα δημοσιεύματα σχετικά με την ύπαρξη σχεδίου προφυλάκισης πολιτικών προσώπων, υπενθύμισε ότι η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής συνεχίζει τις εργασίες της και πρόσθεσε ότι «αυτό που χαρακτηρίζεται ως βόμβα, έρχεται να συμπληρώσει άλλες βόμβες». Χωρίς να υιοθετεί, όπως είπε, τις καταγγελίες, θύμισε ότι «παλαιότερα τρεις ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί είχαν κάνει καταγγελίες για ύπαρξη παρακράτους που μεθόδευε συγκεκριμένες κατηγορίες εναντίον δημοσιογράφων, επιχειρηματιών ή πολιτικών, προκειμένου να ελέγξει μια κατάσταση ώστε να εξοντώσει τελικά, αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ». Και τόνισε: «Περιμένουμε να δούμε πώς θα εξελιχθεί όλο αυτό, στο πλαίσιο της προανακριτικής επιτροπής της Βουλής. Ο μήνας που ξεκίνησε σήμερα είναι κρίσιμος για να ολοκληρωθούν οι εργασίες της Επιτροπής». Και κατέληξε: «Μετά θα σταθμίσουμε το αποτέλεσμα και θα δούμε πώς θα κινηθούμε».

Όσον αφορά στη νέα ρύθμιση χρεών σε 24 ή 48 δόσεων για χρέη προς το Δημόσιο, ο κ. Πέτσας σημείωσε «πως το βασικό ζήτημα που θα απασχολήσει την ελληνική οικονομία αυτά τα χρόνια δεν είναι πλέον το δημόσιο χρέος, αλλά το ιδιωτικό χρέος. Κάνουμε ό,τι μπορούμε για να ελαφρύνουμε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, από το βάρος επιλογών του παρελθόντος. Με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης η οικονομική ανάπτυξη επιταχύνεται. Αλλά πολλοί ίσως νιώθουν ότι μπορεί να δουν τους άλλους να προχωρούν μπροστά κι αυτοί να μένουν κολλημένοι στην αφετηρία εξαιτίας του βάρους που έχουν από χρέη του παρελθόντος. Για αυτό, μετά τις 120 δόσεις, έχουμε την πάγια ρύθμιση με αρκετές δόσεις επίσης, για να επιμερίσουν το βάρος οι συμπολίτες μας κι έχουμε και το μεγάλο σχέδιο για τα κόκκινα δάνεια, προκειμένου να απελευθερωθούν οι τράπεζες από αυτό το μεγάλο βάρος, ο «Ηρακλής» να το σηκώσει, και να μπορέσουν οι τράπεζες να κάνουν τη δουλειά τους».

Σε ερώτηση για τα υπερπλεονάσματα και τον τρόπο που θα διατίθενται ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Έχει πει ο πρωθυπουργός από το υπουργικό συμβούλιο του Νοεμβρίου ότι τα καλά νέα θα ανακοινώνονται σταδιακά στους Έλληνες και τέτοια καλά νέα έρχονται όταν επιτυγχάνουμε τους στόχους και της ανάπτυξης και τους δημοσιονομικούς ώστε να υπάρχει η ελάφρυνση της μεσαίας τάξης να είναι πιο γρήγορη και πιο έντονη. Σ’ αυτό το πλαίσιο πράγματι μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2020 αναμένονται καλά νέα για τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης, μιας μεγάλης μείωσης όπως έχουμε πει… Μια δεύτερη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 8% και από κει και πέρα θα δούμε πώς μπορούμε να απλώσουμε και τις μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών και όποιο άλλο μέτρο χρειαστεί στην κατεύθυνση πάντα ελάφρυνσης του βάρους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από τη φορολογία και τις εισφορές και στήριξης των πιο αδύναμων από τους συμπολίτες μας έτσι ώστε να μη μείνει κανένας πίσω».

Κληθείς να σχολιάσει τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης περί «προβλεψιμότητας» στην εξωτερική πολιτική, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Το ζήτημα τού να είναι κανείς προβλέψιμος σε μία Συμμαχία έχει την έννοια που εξήγησε και ο πρωθυπουργός στη Βουλή, προχθές. Σημαίνει ότι είναι σταθερός, ότι είναι αξιόπιστος, ότι είναι αυτός πάνω στον οποίο μπορούν να στηριχθούν οι σύμμαχοι όπως κι εμείς μπορούμε να στηριχθούμε πάνω τους όταν παραστεί ανάγκη. Το να είσαι απρόβλεπτος και όπως κάνει ο κ. Τσίπρας να ταυτίζει το δεδομένος με το προβλέψιμος είδαμε πού μας οδήγησε στο πρώτο εξάμηνο του 2015, τα απόνερα του οποίου πληρώνουμε μέχρι σήμερα και θα πληρώνουμε για πολλά χρόνια. Τέτοιου είδους επιλογές για να χαρακτηριστεί ο κ. Τσίπρας απρόβλεπτος και να κομπάζει στη Βουλή, μας οδήγησαν να έχουμε δεσμευμένη όλη την ελληνική δημόσια περιουσία μέχρι το 2115, κόστισε πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ στους Έλληνες και ταυτόχρονα φόρτωσε 10 δισεκατομμύρια μέτρα δηλαδή χρήματα που βγήκαν από τις τσέπες τους για να αποπληρώσουν όλ’ αυτά που δημιούργησε ο κ. Τσίπρας στο εξωτερικό. Εμείς τέτοιου είδους λεκτικούς ακροβατισμούς που οδηγούν σ’ αυτά τα καταστροφικά αποτελέσματα δεν κάνουμε».

Σε ερώτηση «αν έχει τελειώσει το θέμα Σαμαρά», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε ότι «για να τελειώσει ένα θέμα πρέπει να υπάρχει. Αν δεν υπάρχει, δεν τελειώνει».

Κλείνοντας χαρακτήρισε τη φετινή AGROTICA ως την αφετηρία μιας νέας εποχής για τους αγρότες. Είπε ότι η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να τους μειώσει τα βάρη είτε αυτά έχουν να κάνουν με τις ασφαλιστικές τους εισφορές είτε με το κόστος παραγωγής και ταυτόχρονα να διαπραγματευτεί με τους εταίρους της για να αντισταθμιστούν οι όποιες ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις υπάρχουν από τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική ώστε να μη δουν μείωση στο διαθέσιμο εισόδημά τους και να ακολουθήσουν μία πορεία ανάπτυξης.

Κατέληξε λέγοντας ότι «οι αγρότες είναι οι ακρίτες των συνόρων μας. Θέλουμε να μείνουν στην ύπαιθρο, θέλουμε να καλλιεργούν τη γη και θεωρούμε ότι η απόφαση να καλλιεργεί κανείς τη γη ή να ασχολείται με την αλιεία είναι μια επένδυση μακροπρόθεσμη που απαιτεί εμπιστοσύνη και γνώση των κανόνων του παιχνιδιού».