Στον κόσμο του Ντόναλντ Τραμπ, τα πάντα έχουν μια τιμή – και αυτή η λογική διαπερνά και την εξωτερική του πολιτική. Από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες της θητείας του, έχει φέρει αναταραχή στη διεθνή γεωπολιτική σκηνή, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την κρίση στην Ουκρανία.
Η Ουάσινγκτον, έχει διαφοροποιηθεί από την προσέγγιση της κυβέρνησης Μπάιντεν, ήρθε σε άμεση επαφή με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, δημιουργώντας αμηχανία στην Ευρώπη, την οποία πιέζει να αναλάβει μεγαλύτερο βάρος στη στήριξη του Κιέβου. Οι δηλώσεις τόσο του Τραμπ όσο και του αντιπροέδρου του, Τζέι Ντι Βανς, δείχνουν ξεκάθαρα τη νέα στρατηγική των ΗΠΑ: η Ουκρανία δεν μπορεί να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, ούτε να επανέλθει στα σύνορα προ του 2014 – μια στάση που ευνοεί τη Μόσχα στις διαπραγματεύσεις.
Το μεγάλο ερώτημα, λοιπόν, είναι: πόσο μακριά θα φτάσει ο Ντόναλντ Τραμπ στο να «ξεπουλήσει» την Ουκρανία στο όνομα του δόγματος «Πρώτα η Αμερική», όπως σημειώνει σε ανάλυσή της η Guardian.
Σύμφωνα με τον Andrew Roth του Guardian, η ειρήνη που διαπραγματεύεται ο Τραμπ δεν αφορά τη δικαιοσύνη. Δεν υπάρχει βαθύτερη ηθική ή δικαιοσύνη σε αυτήν, παρά μόνο η ικανοποίηση ότι «πέτυχε» τον στόχο του. Ο ίδιος έχει ήδη δείξει την πρόθεσή του να πιέσει την Ουκρανία και την Ευρώπη να κάνουν παραχωρήσεις για να πείσουν τη Ρωσία να υπογράψει. Το μόνο που μένει για εκείνον είναι να καθορίσει την τιμή αυτής της ειρήνης.
«Είμαι εδώ για να πετύχω την ειρήνη», δήλωσε ο Τραμπ από το Οβάλ Γραφείο, από όπου καθημερινά εξαγγέλλει την πολιτική του. «Δεν με ενδιαφέρει κάτι άλλο, πέρα από το να σταματήσει να σκοτώνονται εκατομμύρια άνθρωποι», είπε.
Η Διάσκεψη του Μονάχου
Όλα αυτά, είναι στο τραπέζι των συζητήσεων στην κρίσιμη Διάσκεψη του Μονάχου στην οποία ο Τραμπ μπορεί να μην παρευρίσκεται, ωστόσο ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, δίνει το στίγμα, λέγοντας πως το ΝΑΤΟ πρέπει να ξαναχτιστεί με ορίζοντα το μέλλον. Ο Βανς, στέλνοντας ηχηρό μήνυμα στους Ευρωπαίους και ειδικά στη Γερμανία, δεν θα συναντηθεί με τον Καγκελάριο Όλαφ Σολτς, αλλά αναμένεται αργά το απόγευμα να έχει κατ ιδίαν συζήτηση με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Η φετινή Διάσκεψη χαρακτηρίζεται από τη γεωπολιτική ένταση που πυροδοτείται από τη στάση της αμερικανικής ηγεσίας υπό τον Ντόναλντ Τραμπ κυρίως όσον αφορά την ρωσική εισβολή, ειδικά μετά την τηλεφωνική επαφή που είχε ο ίδιος με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Κοντολογίς οι επόμενες 72 ώρες θα είναι πρωτοφανείς με τη Διάσκεψη να μην μοιάζει με καμία άλλη στο παρελθόν.
Από την υποστήριξη στην ανατροπή
Η αλλαγή αυτή αποτελεί μεγάλη στροφή στη στάση των ΗΠΑ έναντι της Ουκρανίας, η οποία για χρόνια βασιζόταν στην υποστήριξη για την αυτοάμυνά της, αν και όχι για τη νίκη της. Η κυβέρνηση Μπάιντεν περιορίστηκε στη διαχείριση των συνεπειών της ρωσικής επιθετικότητας, αλλά ο Τραμπ δηλώνει πως θα προσφέρει τη «θεραπεία». Ωστόσο, η προσέγγισή του είναι πρωτοφανής: η αντίσταση πρέπει να σταματήσει.
Από την πλήρη εισβολή της Ρωσίας το 2022, το δόγμα στο Οβάλ Γραφείο ήταν «τίποτα για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία». Οι αξιωματούχοι του Μπάιντεν τόνιζαν δημόσια ότι μόνο η Ουκρανία θα αποφάσιζε πότε είναι έτοιμη για διαπραγματεύσεις.
Αυτό όμως ήταν πριν τις εκλογές στις ΗΠΑ. Η αλλαγή πολιτικής δεν ήρθε λόγω έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού ή όπλων, αλλά λόγω του… κόστους ζωής στην Πενσιλβάνια. Η μεγαλύτερη προδοσία της κυβέρνησης Μπάιντεν προς την Ουκρανία μπορεί να ήταν η απώλεια των εκλογών, που ουσιαστικά παρέδωσε τη δεύτερη γραμμή άμυνας της Ουκρανίας στο «Πρώτα η Αμερική» σημειώνει ο Guardian.
«Είμαστε ο παράγοντας που συγκρατεί την κατάσταση, και ειλικρινά, θα συνεχίσουμε όσο χρειάζεται, γιατί δεν θα επιτρέψουμε να συμβεί το αντίθετο», δήλωσε ο Τραμπ, δείχνοντας ότι δεν θα επιτρέψει την πλήρη κατάρρευση της Ουκρανίας. «Αλλά ο πρόεδρος Πούτιν θέλει τώρα την ειρήνη, και αυτό είναι καλό. Δεν ήθελε ειρήνη με τον Μπάιντεν».
Στρατηγική ή αυτοσχεδιασμός;
Κάποιοι αναλυτές πιστεύουν ότι ο Τραμπ μπορεί να έχει βαθύτερο σχέδιο: να ενοποιήσει την Ευρώπη και να πιέσει τη Ρωσία, ενώ παράλληλα θα μειώσει τις τιμές του πετρελαίου. Ωστόσο, οι πρόσφατες ενέργειές του στη Γάζα ή εντός των ΗΠΑ δείχνουν ότι πιθανότατα δεν υπάρχει κάποιο βαθύτερο σχέδιο.
Η επιλογή του Στιβ Γουίτκοφ, του έμπιστου διαπραγματευτή του που διαχειρίστηκε τη συμφωνία ομηρίας-εκεχειρίας στη Γάζα, αντί του σκληροπυρηνικού στρατηγού Κιθ Κέλογκ, δείχνει ότι η διαδικασία θα είναι ψυχρή και ρεαλιστική, μια ακόμη εμπορική συμφωνία.
Οι ανησυχίες της Ευρώπης
Τώρα, η Ευρώπη αναρωτιέται αν ο Τραμπ πρόκειται να της παρουσιάσει τετελεσμένα γεγονότα στα ανατολικά σύνορά της, δεσμεύοντας ευρωπαϊκά στρατεύματα χωρίς την προστασία του ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας ασφαλείας που θα διαπραγματευτεί αποκλειστικά μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον.
«Τι μένει να διαπραγματευτούμε;», ήταν το μήνυμα ενός Ευρωπαίου αξιωματούχου, ο οποίος χαρακτήρισε την κίνηση αυτή «παράδοση». Στην πραγματικότητα, αυτή ήταν μόνο η αρχική πρόταση του Τραμπ.
Η Ρωσία έχει δείξει ότι θέλει περισσότερα. Σε ανακοινωθέν, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι η συμφωνία πρέπει να αντιμετωπίσει τις «ρίζες της σύγκρουσης», αναφερόμενος στην προσέγγιση της Ουκρανίας προς τη Δύση και στις επεκτάσεις του ΝΑΤΟ τις δεκαετίες του 1990 και 2000.
Ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος δήλωσε ότι ο Πούτιν μπορεί να απαιτήσει την επιστροφή αμερικανικών στρατευμάτων από τις Βαλτικές χώρες, την Πολωνία και άλλες πρώην κομμουνιστικές χώρες, εγείροντας φόβους για περαιτέρω ρωσικές επεκτάσεις χωρίς την αμερικανική εγγύηση ασφάλειας.
Το μέλλον της διαπραγμάτευσης
Αυτή η πιθανότητα έγινε ακόμη πιο εμφανής την Πέμπτη, όταν ο υπουργός Άμυνας του Τραμπ, Πιτ Χέγκσεθ, ανέφερε στους ομολόγους του στο ΝΑΤΟ ότι η μείωση των αμερικανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη μπορεί να αποτελέσει μέρος μιας συμφωνίας.
Στην ουσία, ο Τραμπ διαπραγματεύεται με την Ευρώπη, όχι με τη Ρωσία. Η Ευρώπη έχει απαντήσει, ζητώντας να αντιμετωπιστεί ως ισότιμος εταίρος και να της δοθεί θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
«Δεν πρέπει να αποκλείσουμε τίποτα πριν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις», δήλωσε η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Κάγια Κάλας, πριν από τη συνάντηση του ΝΑΤΟ την Πέμπτη. «Είναι σαφές ότι οποιαδήποτε συμφωνία πίσω από την πλάτη μας δεν θα λειτουργήσει. Χρειάζεστε τους Ευρωπαίους, χρειάζεστε τους Ουκρανούς» είπε.
Όλα εξαρτώνται από το επόμενο βήμα του Τραμπ. Όπως ξεκαθάρισε ο Χέγκσεθ, «όλα είναι στο τραπέζι. Στις συνομιλίες του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Ζελένσκι, οι αποφάσεις του για το τι θα επιτρέψει ή όχι είναι στην ευχέρεια του ηγέτη του ελεύθερου κόσμου, του προέδρου Τραμπ».
Το ερώτημα που παραμένει είναι ποιος ανήκει πλέον στον «ελεύθερο κόσμο» του Τραμπ και ποιο είναι το τίμημα για την είσοδο σε αυτόν, σχολιάζει ο Guardian.
Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις