Η Νάνσυ, η οποία θεωρείται ο εγκέφαλος της εγκληματικής οργάνωσης που εκβίαζε ιδιοκτήτες καταστημάτων, ξενοδοχείων και ιδιωτικών οικιών προσφέροντάς τους προστασία με αντάλλαγμα παράνομες αμοιβές, έχει ιστορικό στις απάτες. Η δράση της οργάνωσης επεκτεινόταν κυρίως στην Αθήνα και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, με τη συνεργασία υπαλλήλων του Δήμου Αθηναίων, της Περιφέρειας Αττικής, του υπουργείου Πολιτισμού και ιδιωτών.
Η 43χρονη από την Πάτρα, η οποία είχε σχεδιάσει λεπτομερώς τη δομή, την ιεραρχία και τη λειτουργία της οργάνωσης που απέφερε κέρδη άνω των 700.000 ευρώ ετησίως, έχει συλληφθεί δύο φορές στο παρελθόν για κακουργήματα. Το 2009 κατηγορήθηκε για απόπειρα απάτης προσποιούμενη τη μεσίτρια για την πώληση ακινήτου της Εθνικής Τράπεζας αξίας 120.000 ευρώ, ενώ το 2010 αντιμετώπισε την κατηγορία της υπεξαίρεσης ποσού 125.000 ευρώ από το γραφείο ασφαλίσεων όπου εργαζόταν. Και στις δύο περιπτώσεις επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι.
Επίσης, μαζί με τον 41χρονο αδελφό της, επίσης μέλος της οργάνωσης, ενώ δραστηριοποιούνταν ως ελεύθεροι επαγγελματίες, είχαν δηλωθεί ψευδώς ως υπάλληλοι συμβουλευτικής εταιρείας για να εμφανίζονται ασφαλισμένοι και με σταθερό εισόδημα. Η Νάνσυ ανέθεσε στον αδελφό της, τον οποίο εμπιστευόταν απόλυτα, τον ρόλο του εισπράκτορα – ταμία. Η μητέρα τους συμμετείχε και αυτή, φιλοξενώντας στο σπίτι της τα παράνομα χρήματα που συγκέντρωναν, τα οποία στη συνέχεια διανέμονταν στα μέλη της οργάνωσης που παρείχαν πληροφορίες.
Η 43χρονη πραγματοποιούσε η ίδια την πρώτη επαφή με τους στόχους, εκπαιδεύοντας τα μέλη και τους συνεργούς της για τις ενέργειες που έπρεπε να ακολουθήσουν. Δεν δίσταζε να απαιτεί μεταθέσεις δημοσίων υπαλλήλων που εμπόδιζαν τις δραστηριότητές της και απειλούσε τους πελάτες της με διακοπή της προστασίας αν μιλούσαν.
Επιπλέον, χρησιμοποιούσε κυρίως διαδικτυακές εφαρμογές για ασφάλεια. Κατά τη σύλληψή της μαζί με άλλα 13 μέλη της οργάνωσης, βρέθηκαν στο σπίτι της 25 ακριβά ρολόγια γνωστών μαρκών, που μαρτυρούν την αδυναμία της σε αυτό το αξεσουάρ. Στην κατ’ οίκον έρευνα βρέθηκαν επίσης περίπου 4000 ευρώ σε μετρητά, οκτώ βιβλιάρια διαφορετικών τραπεζών με πολλές κινήσεις, και σφραγίδες πολιτικού και αρχιτέκτονα μηχανικού, τις οποίες προφανώς χρησιμοποιούσε για πλαστά πιστοποιητικά.
Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις