Ο πρόσφατα αναθεωρημένος Ποινικός Κώδικας ορίζει τις μορφές κακοποίησης και παρενόχλησης. Ας δούμε πώς ερμηνεύονται από το νόμο η γενετήσια πράξη, η σεξουαλική παρενόχληση, η σεξουαλική κακοποίηση, η ψυχολογική βία και η λεκτική βία.
«Τις τελευταίες εβδομάδες, επικρατεί μία έκρηξη αποκαλύψεων για συμπεριφορές ανάρμοστες, ενώ υπάρχει πληθώρα καταγγελιών για πράξεις παρενόχλησης και κακοποίησης διαφόρων μορφών. Η εικόνα έχει αρχίσει να αποκτά κινηματικό χαρακτήρα, ακολουθώντας το κίνημα #MeToo που ξεκίνησε στις ΗΠΑ, στο πλαίσιο αποκαλύψεων για τον Harvey Weinsstein. Οι καταγγελίες στη χώρα μας γίνονται και για περαιτέρω παράνομες πράξεις αφορούν κυρίως την πλευρά εργοδοτών και εκδηλώνονται με τη μορφή ψυχολογικής, λεκτικής ή ακόμη και σωματικής βίας.
Λόγω του πλήθους και των μορφών κακοποίησης και παρενόχλησης που υπάρχει είναι καίριο να γίνει ένας εννοιολογικός προσδιορισμός, βάσει και των διατάξεων του προσφάτως αναθεωρημένου Ποινικού Κώδικα. Για την κατανόηση των παραπάνω εννοιών όμως, βασικό ρόλο επιτελούν οι διατάξεις του Ν.3896/2010 περί της Αρχής ίσης μεταχείρισης Ανδρών – Γυναικών και του Ν.4604/2019 περί Προώθησης ουσιαστικής ισότητας των φύλων κλπ.
Γενετήσια πράξη, σεξουαλική κακοποίηση,mobbing
Αρχικά σημαντικό είναι να γίνει διαχωρισμός μεταξύ των εννοιών που άπτονται της γενετήσιας ελευθερίας και των πράξεων που συνιστούν βία με λεκτική ή ψυχολογική μορφή ή ακόμα βία που ασκείται σωματικά. Στην πρώτη περίπτωση πράξεων ανάρμοστης συμπεριφοράς που δύνανται να προσβάλλουν την γενετήσια ελευθερία του ατόμου εντάσσονται οι περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης και οι ηπιότερης έντασης πράξεις σεξουαλικής παρενόχλησης ή απλής παρενόχλησης.
Η σεξουαλική κακοποίηση ορίζεται ως η σεξουαλική δραστηριότητα με έλλειψη συναίνεσης της μιας πλευράς και εκδηλώνεται με πράξεις που δύνανται να θίξουν την γενετήσια ελευθερία του ατόμου. Υπό το πρίσμα του νέου Ποινικού Κώδικα, και συγκεκριμένα στο άρθρο 336 παρ. 1 & 2, αντικαταστάθηκε η ασελγής πράξη από την γενετήσια πράξη και πρόκειται για έννοια που περιλαμβάνει την διαδικασία της αναπαραγωγής (πλήρης σεξουαλική πράξη) και πράξεις που σχετίζονται με αυτή και ουσιαστικά προσδιορίζουν την ερωτική ζωή του ατόμου.
Σκοπός του χαρακτηρισμού της πράξης ως γενετήσιας είναι να συμπεριληφθούν έννοιες ίσης βαρύτητας με αυτής της έννοιας της συνουσίας, όπως για παράδειγμα η ‘παρά φύσιν’ συνεύρεση, ο ετεροαυνανισμός, η πεολειχία, η αιδοιολειχία, η διείσδυση στο σώμα του παθόντος με χρήση άνω άκρων, η χρήση υποκατάστατων μέσων, αλλά και έτερες σεξουαλικές πράξεις ίσης βαρύτητας -όπως η προστριβή των γεννητικών οργάνων του δράστη και παθόντος. Όλες αυτές οι πράξεις φέρουν έντονο σεξουαλικό χαρακτήρα και είναι ικανές να προσβάλλουν άμεσα και σοβαρά την γενετήσια ελευθερία του ατόμου, αλλά και την σεξουαλική αυτοδιάθεσή του.
Με τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 190 αναγνωρίζεται το δικαίωμα για εργασία με την απουσία βίας και παρενόχλησης (mobbing). Επιπροσθέτως, πρόκειται για την πρώτη διεθνή σύμβαση που αναγνωρίζει την σεξουαλική παρενόχληση και την παρενόχληση, λόγω φύλου στην εργασία ως μορφές έμφυλης βίας εις βάρους του γυναικείου φύλου. Έτσι, καλύπτονται περιπτώσεις βίας και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας και σε κάθε χώρο ή περίσταση που σχετίζεται με την εργασία.
Η χώρα μας δεν έχει ακόμη υπογράψει την συγκεκριμένη σύμβαση, αλλά δεδομένης της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί από τις συνεχιζόμενες καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης στον χώρο της εργασίας υπάρχει έντονη διάθεση να χαρακτηριστεί ως αυτοτελές έγκλημα η βία και η παρενόχληση στο εργασιακό περιβάλλον.
Παρενόχληση και σεξουαλική παρενόχληση
Για τις περιπτώσεις της παρενόχλησης, είτε αυτή νοείται ως απλή μορφή, είτε ως σεξουαλική παρενόχληση, ο εννοιολογικός προσδιορισμός γίνεται δυνάμει των διατάξεων του Ν.3896/2010, επικεντρώνοντας στο εργασιακό περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα το άρθρο 2 στοιχ. γ του Ν. Ν.3896/2010, με την έννοια της παρενόχλησης ορίζει τις περιπτώσεις που «εκδηλώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με το φύλο ενός προσώπου, με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου αυτού και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος«.
Παρακάτω υπό στοιχ. δ του ίδιου άρθρου με τον όρο σεξουαλική παρενόχληση νοείται «οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. Διατάξεις που προβλέπουν κυρώσεις για την επίδειξη τέτοιας συμπεριφοράς εφαρμόζονται ως ισχύουν«.
Περαιτέρω στο άρθρο 3 παρ. 2 στοιχ. α, «η παρενόχληση, η σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και οποιαδήποτε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση που οφείλεται στην ανοχή ή στην απόρριψη αυτής της συμπεριφοράς, συνιστούν διάκριση λόγω φύλου και απαγορεύονται» και επιβάλλονται οι αντίστοιχες αστικές, ποινικές αλλά και διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 23 του ίδιου νόμου.
Επιπρόσθετα, ο Ποινικός Κώδικας στο άρθρο 337 παρ. 4 ορίζει ότι «όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος την ανάγκη ενός προσώπου να εργαστεί, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση«.
Στο άρθρο 2 στοιχ. 10 και 11 του πιο πρόσφατου Ν. 4604/2019, ορίζεται ότι παρενόχληση είναι «κάθε ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου ενός προσώπου, με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειάς του και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος».
Ως σεξουαλική παρενόχληση ορίζεται «οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. Διατάξεις που προβλέπουν κυρώσεις για την επίδειξη τέτοιας συμπεριφοράς εφαρμόζονται ως ισχύουν«.
Επομένως, είναι διάχυτη η επιθυμία του νομοθέτη να οριοθετήσει τέτοιες έννοιες, ειδικά στο πλαίσιο του εργασιακού περιβάλλοντος, εξαιτίας των αναρίθμητων κρουσμάτων ανάρμοστης συμπεριφοράς. Η εξουσία που δύναται να ασκεί το άτομο έχον διευθυντικό δικαίωμα ή οιασδήποτε μορφής εξουσιαστική επαγγελματική θέση στα πλαίσια του εργασιακού περιβάλλοντος θα πρέπει να σταματά στο μέτρο του ιεραρχικού σεβασμού και της εύρυθμης λειτουργίας στο εργασιακό περιβάλλον. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να λογίζεται ως δικαίωμα κανενός ατόμου για εκμετάλλευση του υφιστάμενου εργαζόμενου, μέσω συμπεριφορών νομικά και ηθικά μη αποδεκτών.
Σωματική βία και ψυχολογική βία
Η άσκηση βίας είτε μέσω λεκτικής ή ψυχολογικής μορφής και η σωματική βία είναι μορφές προσβολής της προσωπικότητας και της ακεραιότητας του ατόμου που δεν θα πρέπει να γίνονται ανεκτές.
Πιο συγκεκριμένα, ως σωματική βία θεωρείται η υλικώς επενεργούσα άσκηση δύναμης επί του σώματος, η οποία υπερνικά την προβαλλόμενη ή αναμενόμενη αντίσταση του θύματος. Στον Ποινικό Κώδικα τυποποιείται στο άρθρο 330 και δύναται να διακριθεί σε απόλυτη βία ως άμεσο καταναγκασμό της συμπεριφοράς, η σωματική επενέργεια στο θύμα κατά τρόπο απόλυτο με αδυναμία σχηματισμού βούλησής του και σε ψυχολογική βία.
Εδώ ο εξαναγκασμός γίνεται με επιβολή στο θύμα ορισμένης συμπεριφοράς, μέσω απειλούμενου παρόντος κακού. Η σωματική βία εξωτερικεύεται μέσω πράξεων ικανών να προκαλέσουν σωματικές βλάβες επί του σώματος του ατόμου που δέχεται την ενέργεια αυτή, ενώ η ψυχολογική βία δημιουργείται μέσω φραστικών επιθέσεων οι οποίες συνήθως στοχεύουν στην δημιουργία πανικού και άγχους στο θύμα. Επιπλέον, υπάρχει και η μορφή λεκτικής βίας που παρατηρείται με την χρήση βρισιάς, απειλής, μειωτικής συμπεριφοράς της προσωπικότητας του άλλου, δημιουργίας κατάστασης άγχους και εν γένει πίεσης που τείνει στην καταπίεση κλπ.
Εν κατακλείδι, είναι πολύ σημαντική η διάκριση των διαφόρων μορφών ανάρμοστης συμπεριφοράς ειδικά στο εργασιακό περιβάλλον. Δεδομένου του γεγονότος ότι ο μέσος εργαζόμενος διαθέτει τουλάχιστον 8 ώρες από την καθημερινότητά του και αναλόγως της φύσης του επαγγέλματος, οι εργατοώρες είναι πιθανό να είναι και περισσότερες, θα πρέπει να διασφαλίζεται ένα σταθερό, ασφαλές και πρόσφορο περιβάλλον εργασίας.
Ο έχων την εξουσία πρέπει να εξασφαλίζει την ψυχική και σωματική ακεραιότητα των υφισταμένων του, αλλά και να μάχεται για την ομαλή και ισορροπημένη λειτουργία των εργασιακών σχέσεων και να μην καταχράται αυτήν παραβιάζοντας τον προσωπικό χώρο του εργαζόμενου ή προκαλώντας τον σε ανοχή ή συμμετοχή σε ανεπιθύμητες πράξεις».
Πηγή: news247.gr