Βελτίωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας το 1ο εξάμηνο του 2017, αλλά και έκρηξη των ελαστικών μορφών απασχόλησης καταγράφει μεταξύ άλλων η ενδιάμεση έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ. Μάλιστα, οριοθετώντας την πραγματική ανεργία το β’ τρίμηνο του 2017, στο 28,7%, το Ινστιτούτο διαπιστώνει ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις εκείνες που μπορούν να οδηγούν στο συμπέρασμα για «σταθερή και διατηρήσιμη ανάπτυξη».  Πρόκειται για ένα ποσοστό που συνεκτιμά στους ανέργους, την υποαπασχόληση και τους απογοητευμένους ανέργους, οι οποίοι δηλώνουν ότι δεν αναζητούν εργασία.

Αναφορικά με την παγίωση των μορφών ελαστικής απασχόλησης,  η έκθεση επικαλείται τα στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ (Ιανουάριος – Ιούλιος 2017), σύμφωνα με τα οποία η πλειονότητα των νέων θέσεων απασχόλησης αφορά θέσεις μερικής απασχόλησης κατά 47,86% και εκ περιτροπής εργασίας κατά 13,81%. Η σημαντική ενίσχυση της επισφαλούς απασχόλησης επηρεάζει και την μεταβολή των μισθών αφού, όπως δείχνουν τα στοιχεία απασχόλησης του ΙΚΑ -ΕΤΑΜ για το Νοέμβριο του 2016, ο μέσος μισθός με μερική απασχόληση ήταν 397,67 ευρώ μικτά. Σύμφωνα με την ανάλυση της ΓΣΕΕ «η εξέλιξη αυτή επιφέρει σοβαρές μακροοικονομικές επιπτώσεις, καθώς ουσιαστικά λειτουργεί ως κρυφός μηχανισμός λιτότητας».

Εξετάζοντας την κλαδική διάρθρωση της απασχόλησης η έκθεση εκτιμά ότι κατά την περίοδο της κρίσης χάθηκαν 645,1 χιλιάδες θέσεις εργασίας, με τις μεγαλύτερες μειώσεις να εμφανίζονται στους κλάδους της γεωργίας (89.600), της μεταποίησης (112.000), των κατασκευών (179.000) και του εμπορίου (122.100). Αντίθετα οι μόνοι κλάδοι που εμφανίζουν αύξηση της απασχόλησης είναι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα καταλύματα και στην εστίαση με 68.700 θέσεις εργασίας, της ενέργειας (4.400 θέσεις) και των διοικητικών και υποστηρικτικών δραστηριοτήτων με 15.600 θέσεις εργασίας.