Η ανανέωση και η εκπαίδευση του προσωπικού των τραπεζών συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό, με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας των οργανισμών τους. Αυτές οι προσπάθειες είναι απαραίτητες για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του νέου, σύνθετου περιβάλλοντος που δημιουργείται από την ψηφιοποίηση των εργασιών και την ανάγκη για πιο εξατομικευμένη εξυπηρέτηση των πελατών.
Οι κινήσεις των τραπεζών γίνονται με προσοχή, ώστε να μην αυξηθούν τα μισθολογικά κόστη. Ο έλεγχος αυτών των εξόδων, μαζί με τις συνολικές λειτουργικές δαπάνες, αποτελεί βασικό στοιχείο των επιχειρησιακών τους σχεδίων.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εξοικονομήσεις που επιτυγχάνονται μέσω των προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου και των αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης, χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση του στελεχιακού δυναμικού σε όλες τις βαθμίδες. Στόχος είναι η πρόσληψη ατόμων με επιστημονική επάρκεια και εμπειρία, που μπορούν να συμβάλουν σε κρίσιμους τομείς για την ανάπτυξη των τραπεζών.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, αυτή είναι μια δύσκολη διαδικασία, δεδομένων των σημερινών συνθηκών στην αγορά εργασίας και της έλλειψης προσφοράς σε θέσεις που απαιτούν, εκτός από χρηματοοικονομικές γνώσεις, και τεχνολογική εξειδίκευση.
Έντονος Ανταγωνισμός
Πηγές αναφέρουν, ότι ο ανταγωνισμός για την προσέλκυση εργαζομένων με τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά είναι έντονος, καθώς εκτός από τις τράπεζες, και οι εταιρείες του κλάδου της πληροφορικής επιδιώκουν να προσλάβουν αυτούς τους εργαζομένους, προσφέροντας υψηλά πακέτα αποδοχών.
Επιπλέον, επισημαίνουν ότι κάθε χρόνο οι απόφοιτοι των τεχνολογικών σχολών δεν ξεπερνούν τους 3.500, ενώ οι ανάγκες της εγχώριας οικονομίας ξεπερνούν τις 5.000.
Οι ειδικότητες που έχουν μεγάλη ζήτηση περιλαμβάνουν τη διαχείριση ψηφιακού περιεχομένου, το σχεδιασμό της εμπειρίας του πελάτη στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες, τον προγραμματισμό, την κυβερνοασφάλεια και την προστασία των δεδομένων, τον εσωτερικό έλεγχο συστημάτων (information security), καθώς και την αυτοματοποίηση των μοντέλων πιστοληπτικής αξιολόγησης δανειοληπτών.
Λόγω της περιορισμένης προσφοράς «έτοιμων» εργαζομένων για αυτές τις θέσεις, οι τράπεζες καταφεύγουν και στην εσωτερική εκπαίδευση των νεοπροσληφθέντων και του υπάρχοντος προσωπικού. Παρέχουν τόσο θεωρητική όσο και πρακτική εκπαίδευση σε διάφορα τμήματα, μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει μέχρι και ένα χρόνο.
Αυτή η επένδυση αποδίδει σε βάθος χρόνου, με τον κίνδυνο πάντα οι πιο ικανοί εργαζόμενοι να μετακινηθούν σε άλλη εταιρεία.
Το Μισθολογικό Κόστος των Τραπεζών
Προς το παρόν, παρά τις πιέσεις στην αγορά εργασίας και τις αυξήσεις στις αποδοχές λόγω των αναπροσαρμογών που προβλέπονται από την κλαδική σύμβαση εργασίας, οι συστημικοί όμιλοι διατηρούν τον απόλυτο έλεγχο των δαπανών που σχετίζονται με το προσωπικό τους.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν για το πρώτο τρίμηνο του 2024 είναι ενδεικτικά. Συγκεκριμένα, το συνολικό μισθολογικό κόστος ανήλθε σε περίπου 390 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας οριακή μείωση σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, η οποία χρησιμοποιείται ως μέτρο σύγκρισης.
Αυτή η απόδοση επιτεύχθηκε παρά το γεγονός, ότι την ίδια περίοδο ο αριθμός των εργαζομένων στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 4%, δηλαδή κατά 1.190 άτομα. Η μη αναλογική μείωση των δαπανών για τη μισθοδοσία οφείλεται κυρίως στους καλύτερους μισθούς που προσφέρουν οι τράπεζες σε θέσεις-κλειδιά για την ανάπτυξή τους.
Επιπλέον, μετά τον μεγάλο κύκλο αναδιάρθρωσης των δικτύων τους, το κλείσιμο καταστημάτων έχει επιβραδυνθεί τον τελευταίο χρόνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του τρέχοντος έτους, ο αριθμός των μονάδων των τεσσάρων συστημικών ομίλων ανήλθε συνολικά σε 1.222, σημειώνοντας οριακή μείωση (-3) σε σχέση με το τέλος του 2023.
Σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα, λειτουργούν 37 λιγότερα καταστήματα, με τον αριθμό τους να έχει μειωθεί κατά 3%.
Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις