Μετά τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, οι διεθνείς αγορές πλήττονται από τις γεωπολιτικές αναταράξεις με τους επενδυτές να εκφράζουν φόβους για μια ευρύτερη περιφερειακή σύρραξη οι οποία θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, ενώ ταυτόχρονα έντονη είναι και η ανησυχία με την αύξηση των τιμών του πετρελαίου και φυσικού αερίου λόγω αβεβαιότητας στον Περσικό Κόλπο.

Οι οικονομίες απειλούνται από το ενδεχόμενο κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, από όπου διέρχεται το 20% του παγκόσμιου πετρελαίου , καθώς μια γενικευμένη ανάφλεξη όπου θα εμπλακούν οι ΗΠΑ και άλλες δυνάμεις θα επηρεάσει τη ροή των ενεργειακών πόρων, εκτινάσσοντας το κόστος ενέργειας, ενώ εύλογο είναι το ενδιαφέρον και η αγωνία για το άνοιγμα των αγορών την Δευτέρα εν μέσω κλίματος έντονης αβεβαιότητας και ανησυχιών.

Αναλυτές εκτιμούν ότι οι “διαθέσεις” των αγορών θα φανούν μετά τις πρώτες ώρες των χρηματιστηριακών συνεδριάσεων, όταν θα ολοκληρώσουν τις συναλλαγές τους οι “βιαστικοί παίκτες” και θα διαμορφωθούν ισορροπίες προσφοράς-ζήτησης.

Διεθνείς οίκοι και αναλυτές εκτιμούν ότι από τα 77 δολάρια όπου κινείται τώρα, η τιμή του μπρεντ θα φθάσει στα 100+ δολάρια το βαρέλι, ακόμη κι αν δεν σημειωθούν δραματικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Σε περίπτωση που κλείσουν τα στενά του Ορμούζ ή σημειωθεί περαιτέρω κλιμάκωση, δεν αποκλείουν η τιμή του «μαύρου χρυσού» να φθάσει και τα $120 το βαρέλι, προκαλώντας ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η διάρκεια και η ένταση του νέου πολέμου μεταξύ του Ισραήλ και του Ιράν θα κρίνει το μέγεθος της ζημιάς που θα υποστεί η ελληνική οικονομία σε μια ενδεχόμενη νέα ενεργειακή κρίση.

Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Κυριάκος Πιερρακάκης έσπευσε να επισημάνει ότι η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή δεν επηρεάζει τον σχεδιασμό της ΔΕΘ. Όμως επεσήμανε, ότι εάν κλείσουν τα στενά του Ορμούζ θα είναι μια εξαιρετικά αρνητική επίπτωση.

Όπως εκτιμά η Optima Bank,

  • Κάθε αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 10 δολάρια ανά βαρέλι μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 0,4%.
  • Κάθε αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου κατά 10 ευρώ ανά MWh ενδέχεται να προκαλέσει μείωση του ΑΕΠ κατά 0,3%.

Η ελληνική οικονομία

Η ελληνική οικονομία έχει ένα ισχυρό αναπτυξιακό story. Η ελληνική οικονομία διαθέτει τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια έναν “ελεύθερο διάδρομο” ανάπτυξης σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας υπό την αίρεση ότι δεν θα υπάρξει μεγαλύτερη κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή ή άλλες απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις στο ταραγμένο γεωπολιτικό περιβάλλον. Η ελληνική οικονομία θα είναι και το 2025, μια από τις πρώτες σε ανάπτυξη στην Ε.Ε.

Η κρίση βρίσκει τα δημοσιονομικά της χώρας σε πολύ καλή κατάσταση, με 43 δισ. ευρώ ταμειακά διαθέσιμα. Το 2024 καταγράφηκε για πρώτη φορά από το 2019 μεταστροφή του αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης από έλλειμμα 1,4% του ΑΕΠ σε πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ.

Το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σημαντικά την πρόβλεψη του Προϋπολογισμού. Οι επιδόσεις αυτές αποτελούν ιστορικό ορόσημο για τα δημοσιονομικά δεδομένα τουλάχιστον της τελευταίας τριακονταετίας.

Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας εκτιμούν ότι ο προϋπολογισμός του 2025 θα κλείσει με υπερπλεόνασμα υψηλότερο των 10 δισ. (πάνω από 4% του ΑΕΠ.

Οι άμυνες της ελληνικής οικονομίας: Πώς είναι θωρακισμένα ομόλογα, τράπεζες, Χρηματιστήριο έναντι γεωπολιτικών αναταράξεων

Τα ελληνικά ομόλογα

Τα ελληνικά ομόλογα παρουσιάζονται ιδιαίτερα ανθεκτικά, το τελευταίο διάστημα, όταν εκδηλώνεται παγκόσμιο “ξεπούλημα” στις αγορές ομολόγων.

H Ελλάδα πρωταγωνίστρια στην αγορά ομολόγων, τόνιζαν αναλυτές στο Bloomberg, όταν τον περασμένο μήνα, ενώ οι παγκόσμιες αγορές κλονίζονταν από την ανησυχία για τα διογκούμενα ελλείμματα, τα ελληνικά ομόλογα σημείωσαν ράλι.

Στα 10ετή, το spread με τα γερμανικά έχει πέσει στις 73 μονάδες ενώ στην αρχή του χρόνου ήταν στα επίπεδα των 85 και 90 μονάδων. Αυτή την εποχή η Ελληνική Δημοκρατία δανείζεται φθηνότερα από την Ιταλία και τις ΗΠΑ και περίπου όσο η Γαλλία. Στις ΗΠΑ το 10ετές κρατικό ομόλογο πληρώνει 4,38%, ενώ το αντίστοιχο ελληνικό μόλις 3,317%.

Με 43 δισ. ευρώ ταμειακά διαθέσιμα και έχοντας καλύψει τα 7,45 δισ. ευρώ από τα συνολικά 8 δισ. των ετήσιων δανειακών αναγκών της χώρας, το οικονομικό επιτελείο δεν «καίγεται» να βγει στις αγορές, γεγονός που δυναμώνει τα ελληνικά ομόλογα.

«Ταύρος» για τα ελληνικά ομόλογα παραμένει η αμερικανική τράπεζα JP Morgan. Τα χαρακτηρίζει κορυφαία επενδυτική επιλογή και σημειώνει ότι τα ελληνικά assets έχουν ισχυρές άμυνες και “όπλα” απέναντι στις διεθνείς εξελίξεις χάρη στην ισχυρή μακροοικονομική πορεία και τις επίσης ισχυρές προοπτικές, τις περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες για το υπόλοιπο του 2025 και το σταθερό πολιτικό σκηνικό.

 Περιθώρια στο χρηματιστήριο – Ισχυρές τράπεζες

Η κρίση βρήκε το ελληνικό χρηματιστήριο μετά από ένα επτάμηνο ράλι (+30% ο ΓΔ και +60% οι τράπεζες). Η μέχρι τώρα υποχώρηση λόγω της σύγκρουσης χαρακτηρίζεται ως “ελεγχόμενη. Όπως” τονίζουν διεθνείς οίκοι,  το ΧΑ παραμένει ελκυστικό και οι αποτιμήσεις είναι σε σημαντικό discount σε σχέση με τις διεθνείς αγορές.

Η JP Morgan συγκαταλέγει την Ελλάδα και το ελληνικό χρηματιστήριο στη λίστα των χωρών που παρουσιάζουν μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες. Με βάση την εκτίμηση για ΑΕΠ στα 240 δισ. ευρώ το 2025 η κεφαλαιοποίηση της χρηματιστηριακής αγοράς, η οποία ανέρχεται στα 125 δισ. ευρώ, αντιστοιχεί λίγο υψηλότερα από το 50% του ΑΕΠ.

Είναι σαφές πλέον ότι τα αντανακλαστικά των επενδυτών γίνονται πιο ευαίσθητα και η μεταβλητότητα θα επιστρέψει.

Οι ελληνικές τράπεζες, που στο παρελθόν αποτελούσαν την «αχίλλειο πτέρνα» της αγοράς είναι πλέον θωρακισμένες. Η Eurobank Equities σημειώνει ότι παρά το ράλι +40% από την αρχή του έτους, οι αποτιμήσεις τους παραμένουν σε λογικά επίπεδα, με περιθώρια ανόδου. ΟΙ προοπτικές τους μπορεί να επηρεαστούν από γεωπολιτικούς κινδύνους.

Η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει σε ιδιαίτερα ικανοποιητικά επίπεδα, καθώς η ισχυρή πιστωτική επέκταση και οι θετικές τάσεις στα έσοδα από προμήθειες αντισταθμίζουν την επίπτωση από τις μειώσεις επιτοκίων και τη συρρίκνωση του επιτοκιακού περιθωρίου

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Alpha Finance, οι τράπεζες διαθέτουν επιπλέον κεφαλαιακά περιθώρια περίπου Euro4 δισ. για μελλοντικές κινήσεις, ενώ και οι διοικήσεις των τραπεζών εμφανίζονται πλέον περισσότερο πρόθυμες να εξετάσουν κινήσεις εξαγορών με στόχο την ενίσχυση της κερδοφορίας.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις