«Η Αστυνομία για να είναι σταθερά αποτελεσματική πρέπει να λάμπει, χωρίς λεκέδες», τόνισε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, μετά τη χθεσινή συνάντησή του με τον Συνήγορο του Πολίτη, Ανδρέα Ποττάκη, ο οποίος παρουσίασε τα συμπεράσματα των εκθέσεών του για την Αστυνομία, σχετικά με το έτος 2018.

«Η Αστυνομία υπάρχει για τη νομιμότητα και δεν υφίσταται Αστυνομία έξω από αυτήν», υπογράμμισε ο υπουργός, ενώ προσέθεσε: «Προστατεύει τους πολίτες, δηλαδή κυρίως και πρωτίστως προστατεύει τα δικαιώματά τους. Το ξέρουμε πως είναι δύσκολα κάθε μέρα στον δρόμο με κίνδυνο, με ένταση, με πολλά περιστατικά που δοκιμάζουν τις αντοχές των αστυνομικών. Όμως είναι αστυνομικοί, εκπαιδεύονται, φορούν τη στολή του εγγυητή του νόμου. Όταν ξεφεύγουν, δεν τιμούν τη στολή και την αποστολή τους».

Ο κ. Χρυσοχοΐδης, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, τόνισε: «θα δουλέψουμε μαζί με τον Συνήγορο του Πολίτη» και προσέθεσε: «Αυτή είναι η απόφασή μας, μετά την δίωρη σύσκεψη που είχαμε στο υπουργείο. Με περισσότερη εκπαίδευση, με μεγαλύτερη προσήλωση, με συνδρομή από διακεκριμένους ακαδημαϊκούς, όπως ο κ.Νίκος Αλιβιζάτος, ο οποίος ήταν παρών στη σύσκεψη, για να μειώσουμε ακόμη περισσότερο τα περιστατικά αυθαιρεσίας και για να ενισχύουμε την αυτοδιόρθωση. Τους εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου του Σώματος».

Από την πλευρά του, ο κ. Ποττάκης επισήμανε: «Είχα την ευκαιρία κατόπιν πρόσκλησης του υπουργού να έχω μια συνάντηση με το σύνολο της φυσικής ηγεσίας και τον κ.υπουργό φυσικά, και να συζητήσουμε εκτενώς για ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία του εθνικού μηχανισμού διερεύνησης περιστατικών αυθαιρεσίας και τον βαθμό ανταπόκρισης και συμμόρφωσης του Σώματος της Ελληνικής Αστυνομίας προς τις παρατηρήσεις και συστάσεις μας. Οφείλω να ομολογήσω ότι διέκρινα ένα εξαιρετικό κλίμα συναντίληψης και μια έντονα εκπεφρασμένη πολιτική βούληση εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας, του υπουργού τον οποίο και ευχαριστώ, προκειμένου τα περιστατικά αυθαιρεσίας, όπου εντοπίζονται από όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, πολύ σύντομα να περιοριστούν και τουλάχιστον να αντιμετωπίζονται και να ελέγχονται πειθαρχικά με τον τρόπο που αρμόζει».