Στρατιές ανέργων και υποαπασχολούμενων έφεραν τα μνημόνια και βαθιά οικονομική κρίση των τελευταίων ετών. Το τίμημα της κρίσης είναι ιδιαίτερα βαρύ για τα νοικοκυριά, ενώ τα θύματα αριθμούν σε εκατοντάδες χιλιάδες. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) από το 2009 μέχρι το 2015 σημειώθηκε αύξηση ρεκόρ στην ανεργία, καθώς χάθηκαν 945.000 θέσεις εργασίας.

Την ίδια στιγμή πρωτοφανής ήταν και η έκρηξη στην μερική απασχόληση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα σε δεκαπέντε χρόνια διπλασιάστηκε το ποσοστό των μερικά απασχολούμενων. Μάλιστα, τα μεγαλύτερα θύματα φαίνεται να είναι οι γυναίκες.

Παράλληλα, στην έρευνα αναφέρονται και όσοι απασχολούνται με εκ περιτροπής εργασία. Και εκεί τα ποσοστά αυξήθηκαν δραματικά επηρεάζοντας κατά κύριο λόγο τις ηλικίες από 15 έως 24 ετών.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:

• Η μερική απασχόληση είναι πιο συχνή στις γυναίκες ενώ η διαφορά των ποσοστών τους με τους άνδρες κυμαίνεται, σε γενικές γραμμές, μεταξύ 5% και 7%.

• Οι απασχολούμενοι ηλικίας από 30 έως 64 ετών παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά μερικής απασχόλησης, ωστόσο, όχι πολύ διαφορετικά από το σύνολο καθώς αποτελούν και τον κύριο όγκο των απασχολούμενων. Αντίθετα, οι απασχολούμενοι ηλικίας 15-24 ετών έχουν πάντα υψηλότερα ποσοστά από το σύνολο.

Αυξήθηκε το επίπεδο εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού 

Πολύ σημαντική είναι η άνοδος του επιπέδου εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού. Το 1981, το 67% του εργατικού δυναμικού ήταν, το πολύ, απόφοιτοι δημοτικού, ενώ μόλις το 8% κατείχε τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το 2015, η κατάσταση έχει αντιστραφεί και τα ποσοστά διαμορφώνονται στο 13% και 32%, αντίστοιχα. Παρόμοια αύξηση παρατηρείται και στο ποσοστό των ατόμων που έχουν ολοκληρώσει την ανώτερη δευτεροβάθμια ή μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ειδικότερα:

• Η διαφορά στο ποσοστό συμμετοχής των δύο φύλων στη σύνθεση του εργατικού δυναμικού μειώνεται σταθερά. Το 1981, το 70% του εργατικού δυναμικού ήταν άνδρες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2015 είναι 55%.

• Η μέση ηλικία του εργατικού δυναμικού αυξάνεται. Αυτό οφείλεται, κυρίως, στο ότι αυξάνεται το ποσοστό συμμετοχής των ατόμων ηλικίας 45- 64 στη σύνθεση του εργατικού δυναμικού ενώ, αντίθετα, μειώνεται αυτό των ατόμων ηλικίας 15- 29 ετών.

• Οι πτυχιούχοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αυξάνονται σταθερά και πλέον ξεπερνούν το 30%.