Άρθρο του Κωνσταντίνου Αγραπιδά, Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
H μεγάλη ανησυχία για το μέλλον της εργασίας, επικεντρώνεται κυρίως στο γεγονός της αντικατάστασης της ανθρώπινης εργασίας, από τις μηχανές τεχνητής νοημοσύνης και τα ρομπότ και στις πιθανές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Σύμφωνα με τις τάσεις που διαμορφώνονται στην παγκόσμια οικονομία και κυρίως στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία (World Bank Group, 2017), η αντικατάσταση της εργασίας από τα ρομπότ και τις έξυπνες μηχανές, είναι πιο πιθανή στα επαγγέλματα που το περιεχόμενο των καθηκόντων τους, περιλαμβάνει την εκτέλεση τυποποιημένων εργασιών ρουτίνας, τα οποία μπορούν εύκολα να αυτοματοποιηθούν, όπως είναι του ταμία, των διορθωτών κειμένων, των δακτυλογράφων κλπ.
Αντίθετα λιγότερο ευάλωτα στην αντικατάσταση, είναι τα επαγγέλματα που εμπεριέχουν την εκτέλεση μη τυποποιημένων καθηκόντων, όπως των ερευνητών, των διευθυντικών στελεχών, κλπ. Οι δεξιότητες που απαιτούνται, στην εποχή της νέας οικονομίας, είναι η ανάγνωση, η αριθμητική, η αναλυτική σκέψη, η επίλυση προβλημάτων και οι διαπροσωπικές και οργανωτικές ικανότητες. Η αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων (up-skilling) και η πρόσκτηση νέων δεξιοτήτων σε νέες εξειδικεύσεις(re-skilling) για τους ανέργους, είναι επιβεβλημένη.
Οι απόφοιτοι πανεπιστημίων, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εκτελέσουν πιο σύνθετες εργασίες που απαιτούν αναλυτικές και συνθετικές ικανότητες, σε σχέση με τους ανειδίκευτους εργαζόμενους που το πιο πιθανό είναι να εκτελέσουν τυποποιημένες εργασίες ρουτίνας. Το κορυφαίο ζήτημα της εποχής της νέας τεχνολογικής επανάστασης, είναι η κατανομή του παραγόμενου εισοδήματος και η διεύρυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για την Κεντρική Ευρώπη και την Ασία, οι εργαζόμενοι που εκτελούν σύνθετες, μη τυποποιημένες εργασίες, είναι πιθανό να απολαμβάνουν υψηλότερο εισόδημα, καθώς κατατάσσονται στο 60% των πιο υψηλά αμειβόμενων, σε σχέση με τους εργαζόμενους που υλοποιούν εργασίες ρουτίνας και οι οποίοι κατατάσσονται στο 40% των πιο χαμηλά αμειβόμενων. Εκτιμάται επίσης, ότι το μερίδιο και η συνολική αμοιβή της εργασίας, θα μειώνεται σε σχέση με το συνολικό παραγόμενο προϊόν, διευρύνοντας τις κοινωνικές ανισότητες παγκοσμίως, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτούνται αντισταθμιστικές δημόσιες πολιτικές, που θα διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή.
Η αντίσταση στην τεχνολογικη αλλαγή, όπως συνέβη για παράδειγμα με την άρνηση της Ελισάβετ Α` της Αγγλίας, να χορηγήσει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, για την ανακάλυψη της πλεκτομηχανής, που αποτέλεσε εν συνεχεία τη βάση της βιομηχανικής επανάστασης, δεν απέτρεψε, αλλά καθυστέρησε απλώς την μετάβαση των οικονομιών, στην ευημερία την οικονομική άνθηση και την δημιουργία θέσεων εργασίας σε νέες εξειδικεύσεις.