Γράφει ο Διονύσης Τεμπονέρας

Στην αυγή του νέου έτους, λοιπόν. Στην αρχή μιας νέας δεκαετίας, που αφήνει πίσω της ένα κοινωνικό κράτος πληγωμένο βαθιά. Εργασιακά και κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα δοκιμάστηκαν όπως ποτέ άλλοτε, στο πλαίσιο της παντοδυναμίας του δικαίου της ανάγκης. Δυστυχώς, συνολικά, είναι μια περίοδος που η κοινωνική προστασία υποχώρησε δραματικά και τα μηνύματα για το μέλλον δεν είναι τα καλύτερα.

Ο κόσμος της δουλειάς οφείλει να οργανωθεί σε νέα βάση και να διεκδικήσει τον σεβασμό όλων εκείνων που καταχτήθηκαν με αίμα και θυσίες εδώ και δύο αιώνες.

Η αρχή γίνεται στις 10 Ιανουαρίου με την περίφημη έναρξη της δίκης ενώπιον του ΣτΕ, που αφορά τις αναδρομικές διεκδικήσεις εκατομμυρίων συνταξιούχων.

Ενώπιον του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου της χώρας τίθενται ερωτήματα όπως:

α. Οι περικοπές του 2012 μπορούν εν τέλει να κριθούν τώρα συνταγματικές –παρότι υπάρχει απόφαση του 2015 για το αντίθετο– εφόσον υποβληθεί ετεροχρονισμένα «εμπεριστατωμένη επιστημονική μελέτη» που να αποδεικνύει τη συνταγματικότητα των τότε μειώσεων;

β. Ευσταθούν νομικά οι διεκδικήσεις εκατομμυρίων συνταξιούχων από 1/1/2013 έως 31/12/2018;

γ. Είναι ορθές οι δεκάδες αποφάσεις που επιδίκασαν σημαντικά ποσά σε συνταξιούχους και που εκτείνονται πριν αλλά και μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου κ.λπ.

Είναι όμως λογιστικό-οικονομικό το θέμα της πολύκροτης δίκης; Σε καμία περίπτωση. Δυστυχώς, τα συνδικάτα και οι συνταξιουχικές ενώσεις, αλλά και όλοι οι πολίτες, δεν έχουν αντιληφθεί τη σημασία της δίκης αυτής. Πρόκειται για μια διαδικασία που ξεπερνά κατά πολύ τα όρια των ερωτημάτων που έθεσε ο ΕΦΚΑ. Η κυβέρνηση εντέχνως προσπαθεί να πείσει ότι το θέμα αφορά οικονομικές αξιώσεις έναντι των ασφαλιστικών ταμείων, η αλήθεια όμως είναι πολύ διαφορετική.

Πρόκειται για ένα βαθιά πολιτικό ζήτημα, στο οποίο εδράζονται θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου και του Συντάγματος.

Οι δικαστές καλούνται να υπερασπιστούν:

1. Την ασφάλεια δικαίου. Πώς είναι δυνατόν να επιτραπεί νέα και μάλιστα διαφορετική δικαστική κρίση σε αμετάκλητες αποφάσεις της Ολομέλειας του ίδιου δικαστηρίου, το οποίο απεφάνθη ήδη από το 2015 ότι οι περικοπές του 2012 είναι παράνομες και αντισυνταγματικές;

2. Την αρχή του κράτους δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση. Οι πολίτες έχουν τελευταίο καταφύγιο απέναντι στην αυθαιρεσία του νόμου τη δικαστική προστασία. Αν καταπέσει και αυτό το οχυρό –αυτής της Δικαιοσύνης με τα χίλια κουτσά και στραβά της– τότε η δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος πλήττεται ανεπανόρθωτα.

3. Τη διάκριση των εξουσιών. Οταν η εκτελεστική εξουσία υπερβαίνει τον νόμο και παραβιάζει το Σύνταγμα, αρμόδια να την ελέγξει είναι μόνο η δικαστική εξουσία ως πυλώνας του πολιτεύματος που επιβάλλει τη συμμόρφωση της πρώτης στις αποφάσεις των δικαστηρίων.

4. Το ίδιο το κοινωνικό κράτος και την κοινωνική προστασία. Σε μια δεκαετία που εργαζόμενοι και συνταξιούχοι είδαν τα εισοδήματά τους να περιορίζονται σε τεράστια ποσοστά. Σε μια δεκαετία που οι πλούσιοι έγιναν ακόμη πλουσιότεροι και η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία υπέστη οικονομική αφαίμαξη. Σε μια δεκαετία που οι κοινωνικές ανισότητες οξύνθηκαν περισσότερο εις βάρος των αδυνάτων, οι αρχές του κοινωνικού κράτους και η κοινωνική προστασία αναδεικνύονται σε καθοριστικό παράγοντα επιβίωσης των λαϊκών στρωμάτων. Αν χαθούν και αυτές οι μάχες, δυστυχώς ερχόμαστε ένα βήμα πιο κοντά στις προ-δημοκρατικές κοινωνίες του φεουδαρχικού κόσμου.

Συνεπώς, η δίκη στις 10 Ιανουαρίου ενώπιον του ΣτΕ είναι ίσως η μητέρα των μαχών για το κοινωνικό κράτος. Και παρά την κατήφεια και την αποδιοργάνωση του συνδικαλιστικού κινήματος, κάθε εργαζόμενος και συνταξιούχος, κάθε δημοκρατικός πολίτης θα πρέπει να βρίσκεται έξω από την πύλη του ΣτΕ και να εκφράσει την αλληλεγγύη του, να υπερασπιστεί μια ζωή με αξιοπρέπεια. Τη δική του ζωή αλλά και των παιδιών του.

*Ο Διονύσης Τεμπονέρας είναι, δικηγόρος εργατολόγος