Η Ελλάδα φαίνεται να αποτελεί «ξέφραγο αμπέλι» όσον αφορά το «μαύρο» χρήμα, καθώς εκατοντάδες υποθέσεις φοροδιαφυγής βρίσκονται στο επίκεντρο των ερευνών της ΑΑΔΕ και της Αρχής για το Ξέπλυμα Χρημάτων.
Τα στοιχεία από το πρώτο πεντάμηνο του 2025 αποκαλύπτουν μια εικόνα εκτεταμένης παραβατικότητας, με πάνω από 930 φυσικά πρόσωπα να έχουν μπει στο στόχαστρο των ελεγκτικών αρχών μέσω διασταυρώσεων τραπεζικών λογαριασμών, ελέγχων εισοδημάτων και αδικαιολόγητων εμβασμάτων που δεν συνάδουν με τα δηλωμένα περιουσιακά στοιχεία.
Οι έρευνες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του νέου θεσμικού πλαισίου, το οποίο επιτρέπει τη δίωξη για ξέπλυμα χρήματος ακόμη και σε περιπτώσεις φορολογικών παραβάσεων, όπως η μη καταβολή φόρου εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ και ΦΠΑ πλοίων. Ωστόσο, εξαιρούνται υποθέσεις που αφορούν πλαστά ή εικονικά τιμολόγια και διασυνοριακές απάτες ΦΠΑ. Παράλληλα, για τους κατηγορούμενους για ξέπλυμα χρήματος καταργούνται οι διατάξεις προστασίας απορρήτου σε τραπεζικά, φορολογικά, τηλεπικοινωνιακά και χρηματιστηριακά δεδομένα.
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά καθώς στο τέλος Μαΐου:
• Η ΑΑΔΕ απέστειλε στην Αρχή για το Ξέπλυμα 267 υποθέσεις φοροδιαφυγής άνω των 50.000 ευρώ.
• Παρέπεμψε ακόμη 575 φυσικά πρόσωπα με χρέη στο Δημόσιο άνω των 50.000 ευρώ.
• Υποβλήθηκαν 469 μηνυτήριες αναφορές για φορολογικές παραβάσεις από τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
Παράλληλα, η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων απέστειλε δεκάδες αιτήματα παροχής πληροφοριών προς την ΑΑΔΕ για πρόσωπα που ερευνώνται σε υποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Από την προκαταρκτική έρευνα εντοπίστηκαν 90 φυσικά πρόσωπα που εμπλέκονται σε 15 διαφορετικές υποθέσεις, οι οποίες παραπέμφθηκαν σε φορολογικό έλεγχο. Εκδόθηκαν συνολικά 63 εντολές ελέγχου, ενώ σε 27 περιπτώσεις επιβλήθηκαν φόροι και πρόστιμα ύψους 12,1 εκατομμυρίων ευρώ.
Η συνεργασία μεταξύ των δύο Αρχών επιτρέπει την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών με εισαγγελικές και άλλες ελεγκτικές υπηρεσίες, όταν αυτές κρίνονται απαραίτητες για την πλήρη διαλεύκανση οικονομικών αδικημάτων. Στόχος είναι η ακριβής καταγραφή της οικονομικής δραστηριότητας των υπόπτων και η αντιπαραβολή των δηλωθέντων στοιχείων με τα πραγματικά εισοδήματα και την περιουσιακή τους κατάσταση.
Σημαντική είναι και η δράση του Κέντρου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕ.ΜΕ.Φ.), το οποίο από τον Φεβρουάριο εστιάζει σε άτομα και επιχειρήσεις με υψηλά εισοδήματα, σημαντική περιουσία και έντονη τραπεζική δραστηριότητα. Μέχρι το τέλος Μαΐου, έχουν ελεγχθεί 326 υποθέσεις, με φόρους και πρόστιμα που έχουν καταλογιστεί να φτάνουν τα 26,42 εκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων τα 20,3 εκατομμύρια αφορούν αδήλωτα εισοδήματα. Μέχρι στιγμής έχουν εισπραχθεί 2,75 εκατομμύρια ευρώ από τα βεβαιωθέντα ποσά.
Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις