Ήταν το μεγάλο παράπονο του αείμνηστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, το οποίο και είχε διατυπώσει αρκετές φορές σε συνεντεύξεις του. Το ότι ο πολιτικός «στερείται» του δικαιώματος που έχει και ο τελευταίος πολίτης της χώρας, ήτοι να κριθεί από το φυσικό του δικαστή. Κάτι ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, στις διάφορες μορφές του, κάτι η βουλευτική ασυλία, το πράγμα δυσκολεύει.
Είναι πάντως καταπληκτικό. Η πολιτική ηγεσία της χώρας μας, διαχρονικά διακηρύσσει «την εμπιστοσύνη της στη ελληνική Δικαιοσύνη», μια εμπιστοσύνη στην οποία καλεί και εμάς τους πολίτες να επιδείξουμε, πλην όμως, η εμπιστοσύνη αυτή, από πλευράς πολιτικών, δε φαίνεται να είναι τόσο μεγάλη ώστε να λειτουργεί αδιαμεσολάβητα. Η Βουλή είναι εκείνη που αποφασίζει. Η Βουλή είναι εκείνη που, κατά περίπτωση ασκεί ακόμη και ανακριτικά καθήκοντα, με τις εξεταστικές και προανακριτικές της επιτροπές.
Δυσκολεύομαι να σκεφτώ έστω και έναν πολίτη της πατρίδας μας που να μη θέλει να αλλάξει αυτό, με μόνη εξαίρεση ίσως, κάποια -ούτε καν όλα- από τα μέλη της πολιτικής μας τάξης. Δυσκολεύομαι επίσης να διανοηθώ πως δεν υπάρχει κανείς στα κομματικά επιτελεία που να σκεφτεί πως μια αναθεώρηση του όλου πράγματος, πέραν του προφανούς, θα είχε και πολιτικά οφέλη.
Προφανώς δε μιλάω για λαϊκίστικες παλαβομάρες που άνθισαν κατά κόρον στα χρόνια της κρίσης, σύμφωνα με τις οποίες, έπρεπε να «καταργηθεί η ασυλία των βουλευτών». Ανοησίες. Η βουλευτική ασυλία πρέπει να υπάρχει και καλώς υπάρχει. Προστατεύει τους βουλευτές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους από κάθε παράφρονα ή φανατικό που θα μπορούσε να τους ταλαιπωρεί στα ελληνικά δικαστήρια, για ό,τι μπορεί να του κατέβαινε στο κεφάλι. Άρα, να εξηγούμαστε, σωστά υπάρχει η βουλευτική ασυλία. Τότε;
Σωστά υπάρχει η βουλευτική ασυλία μεν, κακώς ωστόσο η άρση της αποφασίζεται από τη Βουλή. Γιατί, πολύ απλά, συνήθως, αν και όχι πάντα, υπερισχύει το πολιτικό κριτήριο. Άρα; Πώς θα μπορούσε να υπάρχει η βουλευτική ασυλία και να μην αποφασίζει η Βουλή την άρση της.
Υπάρχει τρόπος, κατά την ταπεινή μου γνώμη, την οποία και καταθέτω. Στη χώρα μας υπάρχουν τέσσερα όργανα που ασκούν δικαστικό, ελεγκτικό και γνωμοδοτικό έργο. Άρειος Πάγος, Συμβούλιο της Επικρατείας, Ελεγκτικό Συνέδριο και Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Και υπάρχουν αρκετοί πρώην πρόεδροι των σωμάτων αυτών, αφυπηρετήσαντες, συνταξιούχοι, που δεν τους κρατά κανείς από πουθενά. Τι πιο απλό από το να συγκροτούν, όποτε χρειάζονται, οι αφυπηρετήσαντες πρώην πρόεδροι των ΑΠ, ΣτΕ, ΕΣ και ΝΣΚ, ένα συμβούλιο που θα ελέγχει αυτό και θα αποφασίζει, εφόσον του έχει προωθηθεί η σχετική δικογραφία, για το αν τελικά θα πρέπει να αρθεί η βουλευτική ασυλία και να κριθεί από το φυσικό του δικαστή, ο Παύλος Πολάκης, ο Κώστας Αχ. Καραμανλής, ο Κώστας Σκανδαλίδης, ο Σπύρος Μπιμπίλας ή ο οποιοσδήποτε άλλος βουλευτής μας (τυχαία τελείως όλα τα ονόματα παραπάνω); Κάτι ανάλογο δηλαδή με το «συμβούλιο του Στέμματος», που μετείχαν όλοι οι πρώην πρωθυπουργοί, αλλά με πρώην προέδρους ανωτάτων δικαστηρίων, ελεγκτικών και γνωμοδοτικών οργάνων.
Να φύγει δηλαδή η διαδικασία αυτή από τη Βουλή, κι από κοντά, να τελειώνουμε μια και καλή και με τις εξεταστικές, τις προανακριτικές και τις υπόλοιπες ανοησίες, που κι όταν ακόμη δεν συγκαλύπτουν παρανομίες του πολιτικού μας προσωπικού, οπωσδήποτε δεν συνδράμουν και στην αποκάλυψη της αλήθειας, αλλά μάλλον στη γελοιοποίηση με τα πολλαπλά πορίσματα (κάθε κόμμα κι από ένα).
Αλήθεια, φαντάζονται στο Μαξίμου, το πολιτικό όφελος που θα είχε για την κυβέρνηση μια τέτοια πρωτοβουλία (πιθανόν και στο πλαίσιο των προτάσεων για τη συνταγματική αναθεώρηση); Έχουν σκεφτεί πώς θα βελτίωναν την εικόνα τους απέναντι στους πολίτες, ως μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση, στη Χαριλάου Τρικούπη; Για τους υπόλοιπους, συγχωρείστε με αλλά δεν μπαίνω στον κόπο. Η πλειοψηφία τους άλλωστε ήταν στις πλατείες το 2010 και το 2011 και φώναζαν «να καεί, να καεί…».
Μήπως όμως τώρα πια που έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι και η κοινωνία -δικαίως- βράζει, είναι καιρός να σκεφτεί, τουλάχιστον το υγιές τμήμα του πολιτικού μας προσωπικού την προοπτική αυτή της αλλαγής της μορφής λειτουργίας της βουλευτικής ασυλίας; Όχι τίποτε άλλο, θα ικανοποιηθεί και η ψυχή του αειμνήστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, κάτι που, φρονώ, πως σίγουρα, θα ενδιαφέρει τον πρωθυπουργό.