«Το σχέδιο νόμου το οποίο περιλαμβάνει γενναίες ρυθμίσεις για τις οφειλές των πολιτών προς τα ασφαλιστικά Ταμεία και την εφορία, είναι ένα σχέδιο νόμου ανακούφισης» τόνισε η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, μιλώντας στη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής.

«Με τη ρύθμιση των 120 δόσεων, οι ασφαλισμένοι μπορούν να τελειώσουν οριστικά με τα βάρη του παρελθόντος, καθώς πρόκειται για μία εξαιρετικά ευνοϊκή ρύθμιση» πρόσθεσε. Όπως είπε, από τη ρύθμιση των οφειλών προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία υπολογίζεται, ότι μπορούν να ανακουφιστούν 1,3 εκατομμύρια πολίτες και τόνισε, ότι «η κυβέρνηση όταν ανέλαβε το 2015, βρήκε το ασφαλιστικό σε μία κατάσταση απόλυτης κατάρρευσης και γι’ αυτόν το λόγο προχώρησε σε μία μεγάλη διαρθρωτική μεταρρύθμιση, με δεδομένους δημοσιονομικούς περιορισμούς, κυρίως, για να αντιμετωπίσουμε ένα ανορθολογικό σύστημα», όπως είπε.

«Χάρη σε αυτήν τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση, τα καλά δεδομένα της οικονομίας και τη διαρκή μείωση της ανεργίας, η οποία φέρνει έσοδα στα Ασφαλιστικά Ταμεία, όπως και η πάταξη της αδήλωτης εργασίας, μπορέσαμε να γυρίσουμε το έλλειμμα που παραλάβαμε και να περάσουμε σε μία κατάσταση ευρωστίας και βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος», είπε και πρόσθεσε: «Με ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο, αναδομήσαμε το ασφαλιστικό σύστημα, κλείσαμε πληγές του παρελθόντος, πληρώσαμε ληξιπρόθεσμα και πλέον μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ένα σταθερό σύστημα, με ασφαλισμένους οι οποίοι έχουν έναν δίκαιο τρόπο υπολογισμού των εισφορών τους και με συνταξιούχους οι οποίοι στο εξής αυτό που προσδοκούν είναι αυξήσεις στις συντάξεις τους και στο ευρύτερο εισόδημά τους, όπως η νέα 13η σύνταξη».

Σύμφωνα με την κ. Αχτσιόγλου, το καινοτόμο στοιχείο της ρύθμισης είναι ότι κουρεύεται η βασική οφειλή. Συγκεκριμένα είπε: «Το κούρεμα του κεφαλαίου προκύπτει, επειδή οι εισφορές που οφείλει ο ασφαλισμένος, υπολογίζονται από 2002 και μετά στη χαμηλότερη κλίμακα που θέτει ο νέος ασφαλιστικός νόμος. Με αυτήν τη μεθοδολογία, κουρεύεται η βασική οφειλή του ασφαλισμένου μεσοσταθμικά κατά 65%. Δεύτερο βήμα είναι το κούρεμα των προσαυξήσεων κατά 85%.

Το αποτέλεσμα είναι μία νέα μειωμένη οφειλή, την οποία ο ασφαλισμένος μπορεί να πληρώσει σε έως 120 δόσεις, με ελάχιστο ποσό δόσης τα 50 ευρώ. Η ρύθμιση προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία δεν έχει εισοδηματικά ή άλλα κριτήρια ένταξης. Άρα, όλοι οι οφειλέτες μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση. Συγκεκριμένα, όλοι οι οφειλέτες με χρέη έως το τέλος του 2018 έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν στη ρύθμιση» εξήγησε η υπουργός Εργασίας, επισημαίνοντας ότι η ρύθμιση οφειλών είναι διαφορετική για τους αγρότες, «επειδή ο επανυπολογισμός της οφειλής δεν είχε να εισφέρει κάτι σε αυτούς».

Επίσης, διευκρίνισε ότι «οι αγρότες είχαν πολύ χαμηλές εισφορές και επομένως, ακόμη κι αν κάναμε μία αναδρομική εφαρμογή του νέου ασφαλιστικού νόμου, αυτό δεν θα οδηγούσε σε κούρεμα της οφειλής τους. Άρα, αναγκαστικά περνάμε σε ένα διαφορετικό σχήμα για τους αγρότες εξίσου ευνοϊκό, καθώς τους δίνει τη δυνατότητα να πληρώσουν την οφειλή τους σε έως 120 δόσεις, με ελάχιστο ποσό δόσης τα 30 ευρώ».

Η κ. Αχτσιόγλου τόνισε, ότι «συνολικά 80.000 “εγκλωβισμένοι” πολίτες, παρότι πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, δεν μπορούν να λάβουν σύνταξη, διότι έχουν οφειλές πέραν από κάποιο όριο», προσθέτοντας ότι με την ένταξη στη ρύθμιση και το κούρεμα της βασικής οφειλής, θα μπορέσουν να λάβουν σύνταξη. Στη συνέχεια, όπως συμπλήρωσε, με μία μικρή παρακράτηση που θα γίνεται στις συντάξεις τους, θα μπορέσουν να αποπληρώσουν και την οφειλή τους. «Για τους αγρότες, το όριο οφειλής από τις 4.000 ευρώ αυξάνεται στις 6.000, προκειμένου να μπορέσουν να λάβουν σύνταξη», είπε. Η υπουργός Εργασίας υπογράμμισε επίσης, ότι για πρώτη φορά εντάσσονται και τα χρέη των επιχειρήσεων.

Μεταξύ άλλων, η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε ότι το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει σημαντικές ρυθμίσεις αναφορικά με τις συντάξεις χηρείας. «Στο νομοσχέδιο λαμβάνουμε έξι μέτρα για τις συντάξεις χηρείας, που ικανοποιούν το σύνολο των αιτημάτων των δικαιούχων των συντάξεων χηρείας», είπε η υπουργός, τονίζοντας ότι στο σχέδιο νόμου εισάγονται και σημαντικές εργασιακές διατάξεις, οι οποίες συμπληρώνουν μία προσπάθεια «που κάνουμε για μία νέα ρύθμιση της αγοράς εργασίας».

«Θεσπίζουμε, για πρώτη φορά, το αιτιολογημένο των απολύσεων», είπε και πρόσθεσε: «Επίσης, είναι αυστηρότερες οι ποινές για την παράταση του ωραρίου, για παράδειγμα, όταν ο εργαζόμενος απασχολείται με μερική απασχόληση απ’ ό,τι με πλήρη απασχόληση. Επιπλέον, προβλέπεται η δυνατότητα ο εργαζόμενος να μπορεί να μπαίνει στο πληροφοριακό σύστημα “ΕΡΓΑΝΗ”, για να εντοπίζει πώς τον έχει δηλωμένο ο εργοδότης του, να ελέγχει τη διαφάνεια και να προχωράει σε καταγγελία σε περίπτωση που διαπιστώσει παραβατικότητα. Τέλος, ρυθμίζουμε πλευρές της εργασιακής σχέσης των εργαζομένων διανομέων με δίκυκλο, που δεν υπήρχαν ποτέ».

«Νομοθετώντας μία σειρά από τέτοιες προστατευτικές διατάξεις για την εργασία, φέρνουμε στο προσκήνιο ομάδες εργαζομένων που, μέχρι χθες, ήταν αόρατοι», κατέληξε η υπουργός Εργασίας στην ομιλία της.